Ποια ζευγάρια ταιριάζουν: Έρευνα έδειξε ότι τα ετερώνυμα τελικά δεν έλκονται!

ετερώνυμα

Μια σαρωτική νέα ανάλυση που περιλαμβάνει δεδομένα από εκατομμύρια ζευγάρια ανατρέπει τα όσα πιστεύαμε μέχρι σήμερα για τα ετερώνυμα, υποστηρίζοντας ότι οι άνθρωποι που μοιάζουν περισσότερο τελικά… κάνουν χωριό.

Την ανάλυση πραγματοποίησε το CU Boulder για περισσότερα από 130 χαρακτηριστικά σε εκατομμύρια ζευγάρια εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα.

«Τα ευρήματά μας αποδεικνύουν ότι οι άνθρωποι με πιο κοινά στοιχεία προσωπικότητας και χαρακτήρα είναι πιο πιθανό να πορεύονται μαζί στη ζωή», είπε η πρώτη συγγραφέας Tanya Horwitz, υποψήφια διδάκτορας στο Τμήμα Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης του Ινστιτούτου για τη Συμπεριφορική Γενετική (IBG) του Πανεπιστημίου του Κολοράντο.

Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Human Behaviour, επιβεβαιώνει αυτό που υπαινίσσονται μεμονωμένες μελέτες εδώ και δεκαετίες, αψηφώντας το παλιό ρητό ότι τα ετερώνυμα έλκονται.

Διαπίστωσε ότι μεταξύ του 82% και 89% των χαρακτηριστικών που αναλύθηκαν -που κυμαίνονται από τις πολιτικές τάσεις μέχρι την ηλικία της πρώτης επαφής και τις συνήθειες χρήσης ουσιών– οι σύντροφοι ήταν πιο πιθανό να είναι παρόμοιοι.

Μόνο για το 3% των χαρακτηριστικών, και μόνο σε ένα μέρος της ανάλυσης, ίσχυσε ο «νόμος για τα ετερώνυμα», δηλαδή τα άτομα έτειναν να βρίσκονται σε σχέση με άτομα που ήταν διαφορετικά από αυτά.

Εκτός του ότι ρίχνει φως στις «αόρατες δυνάμεις» που μπορεί να διαμορφώσουν τις ανθρώπινες σχέσεις, η έρευνα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο πεδίο της γενετικής έρευνας.

«Πολλά μοντέλα στη γενετική υποθέτουν ότι το ανθρώπινο ζευγάρωμα είναι τυχαίο. Αυτή η μελέτη δείχνει ότι αυτή η θεωρία είναι πιθανώς λανθασμένη», δήλωσε ο ανώτερος συγγραφέας και διευθυντής του IBG, Matt Keller.

Κοιτάζοντας περισσότερο από έναν αιώνα πίσω

Για τη νέα εργασία, οι συγγραφείς διεξήγαγαν ανασκόπηση και μετα-ανάλυση προηγούμενης έρευνας, αλλά και δική τους ανάλυση δεδομένων. Για τη μετα-ανάλυση, εξέτασαν 22 χαρακτηριστικά σε 199 μελέτες, με εκατομμύρια άνδρες και γυναίκες γονείς, αρραβωνιασμένα ζευγάρια, παντρεμένα ζευγάρια ή ζευγάρια που συζούν. Η παλαιότερη μελέτη πραγματοποιήθηκε το 1903.

Επιπλέον, χρησιμοποίησαν ένα σύνολο δεδομένων από το UK Biobank για να μελετήσουν 133 χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων και κάποια που σπάνια μελετώνται, σε σχεδόν 80.000 ζευγάρια αντίθετου φύλου στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Στην έρευνα δεν συμπεριλήφθηκαν ζευγάρια του ίδιου φύλου. Επειδή τα μοτίβα εκεί μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, οι συγγραφείς τα εξερευνούν τώρα ξεχωριστά.

Και στις δύο αναλύσεις, χαρακτηριστικά όπως οι πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις, το επίπεδο εκπαίδευσης και ορισμένες μετρήσεις του IQ έδειξαν ιδιαίτερα υψηλούς συσχετισμούς. Για παράδειγμα, σε μια κλίμακα στην οποία το μηδέν σημαίνει ότι δεν υπάρχει συσχέτιση και το 1 σημαίνει ότι τα ζευγάρια μοιράζονται πάντα το χαρακτηριστικό, η συσχέτιση για τις πολιτικές αξίες ήταν 0,58.

Τα χαρακτηριστικά γύρω από τη χρήση ουσιών έδειξαν επίσης υψηλές συσχετίσεις, με τους βαρείς καπνιστές, τους βαρείς πότες και τους εθισμένους να τείνουν έντονα να έχουν σχέση με άτομα με παρόμοιες συνήθειες και όχι ετερώνυμα.

Παράλληλα, χαρακτηριστικά όπως το ύψος και το βάρος, οι ιατρικές παθήσεις και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας έδειξαν πολύ χαμηλότερες αλλά και πάλι θετικές συσχετίσεις. Για ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως η εξωστρέφεια, δεν υπήρχε καθόλου μεγάλη συσχέτιση.

«Οι άνθρωποι έχουν όλες αυτές τις θεωρίες ότι στους εξωστρεφείς αρέσουν οι εσωστρεφείς ή στους εξωστρεφείς οι εσωστρεφείς, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι είναι σαν να ρίχνεις κέρμα: οι εξωστρεφείς είναι εξίσου πιθανό να μην καταλήξουν σε ετερώνυμα, αλλά σε εξωστρεφείς», είπε η Δρ. Horwitz.

Τα ετερώνυμα μπορεί να έλκονται, αλλά σπάνια

Στη μετα-ανάλυση, οι ερευνητές δεν βρήκαν καμία οριστική απόδειξη για οποιοδήποτε χαρακτηριστικό που κάνει τα ετερώνυμα να έλκονται. Στο δείγμα της UK Biobank βρήκαν κάποια χαρακτηριστικά στα οποία φαινόταν να υπάρχει αρνητική συσχέτιση, αν και μικρή.

Τέτοια ήταν ο χρονότυπος (αν κάποιος είναι πρωινός ή βραδινός τύπος), η τάση για ανησυχία και η δυσκολία ακοής. Σύμφωνα με τους ερευνητές, πρέπει να γίνει περισσότερη έρευνα για να αποσαφηνιστούν αυτά τα ευρήματα.

Το χαρακτηριστικό για το οποίο τα ζευγάρια ήταν πιο πιθανό να είναι παρόμοια σαν άνθρωποι ήταν το έτος γέννησης. Αλλά ακόμη και σπάνια μελετημένα χαρακτηριστικά, όπως το πόσους σεξουαλικούς συντρόφους είχε ένα άτομο ή αν είχε θηλάσει ως παιδί, έδειξαν κάποια συσχέτιση.

«Αυτά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι ακόμη και σε καταστάσεις όπου νιώθουμε ότι εμείς κάνουμε την επιλογή στις σχέσεις μας, μπορεί να υπάρχουν μηχανισμοί στο παρασκήνιο τους οποίους δεν γνωρίζουμε πλήρως», σημείωσε η Δρ. Horwitz.

Συνέπειες για τις επόμενες γενιές

Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι τα ζευγάρια μοιράζονται χαρακτηριστικά για διάφορους λόγους: Κάποιοι μεγαλώνουν στην ίδια περιοχή. Κάποιοι έλκονται από άτομα που τους μοιάζουν. Μερικοί μοιάζουν περισσότερο όσο περισσότερο είναι μαζί. Ανάλογα με την αιτία, μπορεί να υπάρξουν και συνέπειες.

Για παράδειγμα, εξηγεί η Δρ. Horwitz, εάν οι κοντοί άνθρωποι είναι πιο πιθανό να κάνουν απογόνους με λιγότερο ύψος και οι ψηλοί ψηλούς, στην επόμενη γενιά θα μπορούσαν να υπάρχουν περισσότεροι πολύ κοντοί και πολύ ψηλοί άνθρωποι. Το ίδιο ισχύει για ψυχιατρικά, ιατρικά ή άλλα χαρακτηριστικά. Θα μπορούσαν επίσης να υπάρξουν κοινωνικές επιπτώσεις.

Για παράδειγμα, κάποιες μικρές προηγούμενες μελέτες έχουν υποδείξει ότι οι άνθρωποι στις ΗΠΑ έχουν αυξημένες πιθανότητες να ζευγαρώσουν με άτομα με παρόμοιο μορφωτικό υπόβαθρο – μια τάση που, ορισμένοι θεωρούν, ότι θα μπορούσε να διευρύνει το κοινωνικοοικονομικό χάσμα.

Συγκεκριμένα, η νέα μελέτη έδειξε επίσης ότι η ισχύς των συσχετίσεων για τα χαρακτηριστικά διέφερε μεταξύ των πληθυσμών, ενώ πιθανόν να αλλάζουν και με την πάροδο του χρόνου.

Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι οι συσχετισμοί που βρήκαν ήταν αρκετά μέτριοι και δεν πρέπει να υπερεκτιμηθούν ή να χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά. Ελπίζουν όμως ότι η μελέτη για τα ετερώνυμα στις ανθρώπινες σχέσεις θα πυροδοτήσει περισσότερη έρευνα σε διάφορους κλάδους, από τα οικονομικά και την κοινωνιολογία, μέχρι την ανθρωπολογία και την ψυχολογία.

«Ελπίζουμε ότι οι άνθρωποι μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτά τα δεδομένα για να κάνουν τις δικές τους αναλύσεις και να μάθουν περισσότερα για το πώς και γιατί οι καταλήγουν στις εκάστοτε σχέσεις», κατέληξε η Δρ. Horwitz.

Μαριάννα Σπανού

Η Μαριάννα Σπανού έχει συνεργαστεί με έντυπα και διαδικτυακά μέσα ποικίλης θεματολογίας, όπως iefimerida.gr, ygeiamou.gr, 4green.gr, autotriti-touring.gr, αποκτώντας εμπειρία σε πολλές πτυχές της δημοσιογραφίας. Πιστεύει ότι κάνοντας σωστά αυτό το επάγγελμα, έχουμε στα χέρια μας ένα πραγματικό εργαλείο για να αλλάξουμε τον κόσμο προς το καλύτερο.

Scroll to Top