Όλοι λέμε ψέματα. Αλήθεια δεν είναι; Kι αν έχετε αναρωτηθεί για ποιο λόγο λέμε ψέματα, είναι κάτι φυσικό και απαραίτητο για την επιβίωση μας ορισμένες φορές. Μπορείτε να φανταστείτε τί θα συνέβαινε, αν πάντα, έπρεπε να λέμε την αλήθεια; Όμως τι συμβαίνει όταν μας λένε ψέματα και έχουμε ένα ψεύτη ανάμεσά μας;
Το μας λένε ψέματα και να μας κοροϊδεύουν είναι ό,τι χειρότερο μπορούμε να βιώσουμε. Εάν έχετε κάποιον ψεύτη δίπλα σας δείτε πώς μπορείτε να τον εντοπίσετε, με τη βοήθεια της επιστήμης.
Η αδυναμία του ψεύτη
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι ο εγκέφαλός μας είναι σχεδιασμένος να λέει την αλήθεια, εν μέρει επειδή το ψέμα καταλαμβάνει περισσότερη γνωστική ενέργεια. Η νευροαπεικόνιση έχει δείξει ότι ο εγκέφαλός μας είναι πιο ενεργός όταν λέμε ψέματα, ιδιαίτερα στον προμετωπιαίο φλοιό. Αυτές οι μελέτες εγκεφάλου έχουν επίσης βρει ότι το ψέμα διαρκεί περισσότερο από την αλήθεια. Και αυτή είναι η αδυναμία του ψεύτη.
Συνήθως τα συμπτώματα του ψεύδους μοιάζουν με αυτά του άγχους όπως:
- ταχυπαλμία,
- σφίξιμο στο στομάχι,
- εφίδρωση,
- αύξηση της πίεσης,
- γρήγορη αναπνοή.
Ή τουλάχιστον έτσι νομίζαμε παλαιότερα. Ή ίσως και να ισχύουν για όσους δεν έχουν εξειδικευτεί στο ψέμα. Οι έρευνες σήμερα δείχνουν, ότι η γλώσσα του σώματος δεν θεωρείται πλέον τόσο αξιόπιστη, όσο πιστεύαμε παλαιότερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όταν λέμε ψέματα, δεν βλάπτουμε τον εαυτό μας.
Ακόμα κι αν μπορούμε να ελέγξουμε το σώμα μας όταν λέμε ψέματα, δεν μπορούμε να ελέγξουμε το μυαλό μας και τις ορμόνες που παράγονται. Οι νευρολογικές επιπτώσεις, που έχει στον εγκέφαλο μας το ψέμα, είναι ιδιαίτερα έντονες. To ψέμα απαιτεί περισσότερους γνωσιακούς πόρους και μεγαλύτερη ψυχολογική διεργασία. Όταν πρόκεται να πούμε ένα ψέμα, πρώτα πρέπει να γνωρίζουμε την αλήθεια. Έπειτα πρέπει να επινοήσουμε ένα πιθανό σενάριο που να έχει βάση και να σχετίζεται με τα γεγονότα, χωρίς να έρχεται σε αντιφάσεις, ενώ ταυτόχρονα να συμπιέσουμε την αλήθεια, ώστε να μην αποκαλυφθεί.
Επιπλέον, πρέπει να είμαστε σε θέση να προβλέψουμε τις αντιδράσεις του ακροατή και να βρούμε σχετικά εύκολα και γρήγορα εναλλακτικά σενάρια που να ταιριάζουν με την αρχική μας ιστορία. Λέγοντας ένα ψέμα και χτίζοντας μια ιστορία – διαφορετική από την πραγματική -, μπαίνουμε αυτόματα σε διαρκή επιφυλακή.
Το νέο πείραμα για το ψέμα
Ψυχολόγοι από το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ στρατολόγησαν 164 συμμετέχοντες σε ένα πείραμα που είχε ως εξής:
Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να δώσουν ειλικρινείς απόψεις με «ναι» ή «όχι» για να υποστηρίξουν ή να εναντιωθούν σε διάφορα κοινωνικά ζητήματα που άκουσαν στις ειδήσεις. Αυτά περιελάμβαναν:
- «Οι γυναίκες πρέπει να έχουν το δικαίωμα σε άμβλωση».
- «Η θανατική ποινή θα πρέπει να αποτελεί νομική επιλογή στα δικαστικά συστήματα για πολύ σοβαρά εγκλήματα».
- «Η απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους είναι καλό».
- «Οι παχύσαρκοι πρέπει να πληρώνουν μόνοι τους για την υγεία τους»
Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες κατανεμήθηκαν τυχαία σε μια ομάδα «αλήθειας» ή «ψέματος» και πήραν συνεντεύξεις για τα τρία θέματα για τα οποία ένιωθαν πιο έντονα. Οι λάτρεις της αλήθειας έλαβαν οδηγίες να αναφέρουν τις αληθινές απόψεις τους ενώ οι ψεύτες έλαβαν οδηγίες να λένε ψέματα για τις απόψεις τους
Σε ορισμένους από τους συμμετέχοντες δόθηκε μια δευτερεύουσα εργασία – έπρεπε να ανακαλέσουν έναν επταψήφιο αριθμό κυκλοφορίας αυτοκινήτου. Στους μισούς από αυτούς είπαν ότι, αν δεν θυμόντουσαν τον αριθμό του, έπρεπε να γράψουν τις απόψεις τους, κάτι που θεωρήθηκε ότι ήταν βαρετό, και ως εκ τούτου to κίνητρο για να θυμούνται τον αριθμό σωστά.
Τα αποτελέσματα του πειράματος
Το πείραμα έδειξε ότι τα άτομα που λένε ψέματα και την ίδια ώρα αναγκάζονται να κάνουν πολλές εργασίες είναι πιο εύκολο να εντοπιστούν. Δηλαδή, εάν κάποιος προσπαθεί να περιγράψει μια ιστορία για να υποστηρίξει ένα ψέμα, και εάν μπορεί να αποσπαστεί από κάτι που πραγματικά χρειάζεται την προσοχή του (ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να διατηρήσει την αφήγηση στο παιχνίδι), θα αποκαλυφτεί το ψέμα.
«Οι ιστορίες των ψευτών ακούγονταν λιγότερο αληθοφανείς και σαφείς από τις ιστορίες των ειλικρινών, ιδιαίτερα όταν δόθηκε στους ψεύτες το δευτερεύον καθήκον και έλεγαν ότι ήταν σημαντικό». Το μοτίβο των αποτελεσμάτων υποδηλώνει ότι «η εισαγωγή δευτερευουσών εργασιών θα μπορούσε να διευκολύνει τον εντοπισμό ψεύδους».
Ο καθηγητής Aldert Vrij, καθηγητής ψυχολογίας, ο οποίος σχεδίασε το πείραμα, δήλωσε: «Η έρευνά μας έχει δείξει ότι οι αλήθειες και τα ψέματα μπορεί να ακούγονται εξίσου εύλογα, εφόσον δίνεται στους ψεύτες μια καλή ευκαιρία να σκεφτούν τι να πουν. Όταν η ευκαιρία για σκέψη γίνεται λιγότερη, οι αλήθειες συχνά ακούγονται πιο εύλογες από τα ψέματα».