Το τρέμουλο των χεριών είναι ένα από τα πιο συχνά και ομολογουμένως πιο ενοχλητικά συμπτώματα. Άλλοτε αποτελεί απλώς μια φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού, ενώ άλλες φορές μπορεί να αποτελεί μια προειδοποιητική ένδειξη υποκείμενων ασθενειών.
Ο ιδιοπαθής τρόμος είναι η πιο συχνή αιτία τρέμουλου στο πλαίσιο νευρολογικής νόσου. Στην ουσία, πρόκειται για ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από βραδέως επιδεινούμενο τρόμο (τρέμουλο) των άνω άκρων. Είναι μία διαταραχή των νευρωνικών κυκλωμάτων που συγχρονίζουν την κίνηση, ενώ το υπόλοιπο κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκέφαλος και νωτιαίος μυελός) δεν επηρεάζονται.
Σχετικό άρθρο: Νέα θεραπεία μειώνει το τρέμουλο – Τι υπόσχεται και ποιους αφορά
Ποια είναι τα συμπτώματα του ιδιοπαθούς τρόμου
Ο ιδιοπαθής τρόμος χαρακτηρίζεται από:
- Προοδευτική και βραδεία επιδείνωση που αφορά συνήθως και τα δύο άνω άκρα, αλλά ασύμμετρα. Επίσης επηρεάζονται το κεφάλι, η φωνή και το πρόσωπο.
- Ο τρόμος επιδεινώνεται σε συγκεκριμένες στάσεις των χεριών και κατά την κίνηση.
- Η ένταση του τρόμου ποικίλει και επιδεινώνεται από το στρες, την κόπωση, την πείνα, τις ακραίες θερμοκρασίες κ.ά.
- Στο 50-70% των ασθενών ο τρόμος βελτιώνεται προσωρινά μετά τη χρήση αλκοόλ αλλά μπορεί να προκύψει «rebound effect», δηλαδή άμεση υποτροπή των συμπτωμάτων.
- Χρειάζεται ενδελεχής νευρολογική εξέταση για την εξακρίβωση της διάγνωσης, δεδομένου ότι ο ιδιοπαθής τρόμος έχει κοινά σημεία αλλά και σημαντικές διαφορές από φυσιολογικές καταστάσεις όπως ο γεροντικός τρόμος ή νευροεκφυλιστικές νόσους όπως η Πάρκινσον.
Σχετικό άρθρο: Τα ελάχιστα γνωστά σημάδια του Πάρκινσον που πρέπει να εντοπίσετε έγκαιρα
Πώς διαγιγνώσκεται ο ιδιοπαθής τρόμος
Η διάγνωση γίνεται με κλινική εξέταση καθώς και εξέταση του οικογενειακού ιστορικού. Ο απεικονιστικός έλεγχος απαιτείται για αποκλεισμό άλλων αιτιών. Δεδομένης της πληθώρας των καταστάσεων που μπορούν να προκαλέσουν δευτεροπαθή τρόμο αλλά και των νευρολογικών παθήσεων που εμφανίζονται με τρόμο και μαζί με άλλα συμπτώματα, είναι ουσιώδης η νευρολογική εξέταση από ειδικό στις κινητικές διαταραχές.
Ο ιδιοπαθής τρόμος είναι κληρονομικός;
Υπάρχει κληρονομικό ιστορικό τουλάχιστον στο 50% των ασθενών. Η κληρονομικότητα είναι αυτοσωμική επικρατής, με περιορισμένη διεισδυτικότητα. Σε κάποιες περιπτώσεις έχουν διαπιστωθεί γονιδιακές παραλλαγές εντός της οικογένειας. Οι υπόλοιπες είναι σποραδικές περιπτώσεις αγνώστου αιτιολογίας.
Πώς αντιμετωπίζεται ο ιδιοπαθής τρόμος
Φαρμακευτική θεραπεία, χειρουργική παρέμβαση αλλά και μη παρεμβατικές μέθοδοι βοηθάνε στην αντιμετώπιση της νόσου.
Σχετικά με τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές η πριμιδόνη και η προπρανολόλη προσφέρουν αποτελεσματική φαρμακευτική θεραπεία στο 50% και πλέον των περιστατικών.
Η Εν τω Βάθει Διέγερση Εγκεφάλου (Deep Brain Stimulation) είναι η παρεμβατική μέθοδος επιλογής όταν τα συμπτώματα επιμένουν παρά τη χρόνια φαρμακευτική αγωγή. Συνοπτικά, το DBS συνίσταται στην στερεοτακτική εμφύτευση ηλεκτροδίων διά των οποίων τροποποιούνται τα παθολογικά νευρωνικά κυκλώματα του εγκεφάλου. Είναι ασφαλής και αποτελεσματική χειρουργική μέθοδος, αντιστρέψιμη, τροποποιήσιμη και ανθεκτική στο χρόνο.
Επίσης, υπάρχουν και μη παρεμβατικές θεραπευτικές μέθοδοι που βασίζονται στη στερεοταξία αλλά για την πρόκληση μη αναστρέψιμης διατομής. Μία νέα τεχνολογία που καθιερώνεται σταδιακά είναι ο εστιασμένος υπέρηχος με στερεοτακτική καθοδήγηση από μαγνήτη.
Η στερεοτακτική πρόκληση διατομής με ραδιοσυχνότητες είναι μία παραδοσιακή μέθοδος που με τις κατάλληλες ενδείξεις χρησιμοποιείται με μεγάλη αποτελεσματικότητα. Επίσης και η στερεοτακτική ακτινοχειρουργική (γ-knife) έχει ένδειξη σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Τα επιδημιολογικά στοιχεία της νόσου
Ο αριθμός των ατόμων που νοσούν στο σύνολο του πληθυσμού εκτιμάται ότι είναι 0,32%. Σε παγκόσμια κλίμακα, τα περιστατικά για το 2020 ανέρχονται σε 24,91 εκατομμύρια. Γυναίκες και άνδρες επηρεάζονται με την ίδια συχνότητα.
Συνήθως εμφανίζεται στην ηλικία 35-45 ετών. Η θνησιμότητα δεν έχει διαφορά από το γενικό πληθυσμό, γιατί ο ιδιοπαθής τρόμος δεν είναι ένα νευροεκφυλιστικό νόσημα που επηρεάζει το προσδόκιμο. Ωστόσο, η προκαλούμενη αναπηρία είναι σημαντική στο 85% και σοβαρή στο 15% των ασθενών.