Η ύπαρξη ενός συγκεκριμένου παράγοντα στους ασθενείς με παχυσαρκία μπορεί να οδηγήσει σε χειρότερη απώλεια βάρους μετά από βαριατρική επέμβαση για την παχυσαρκία, υποστηρίζουν οι επιστήμονες σε νέα τους μελέτη.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι ο εντοπισμός αυτού του παράγοντα σε ασθενείς πριν την βαριατρική χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικές εξαοτμικευμένες θεραπείες.
Ποιος είναι λοιπόν αυτός ο παράγοντας;
Νέα έρευνα δείχνει ότι τα υψηλότερα επίπεδα φλεγμονής στο αίμα ασθενών με παχυσαρκία που υποβάλλονται σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση, προβλέπουν χειρότερη απώλεια βάρους έξι μήνες μετά τη διαδικασία.
Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που διερευνά τις σχέσεις μεταξύ κατάθλιψης και φλεγμονής σε ασθενείς με παχυσαρκία πριν και μετά τη βαριατρική χειρουργική επέμβαση. Η εργασία δημοσιεύτηκε στο Psychological Medicine, με επικεφαλής ερευνητές από το Institute of Psychiatry, Psychology & Neuroscience (IoPPN) του King’s College του Λονδίνου.
Η ανάλυση έδειξε μια ισχυρή σχέση μεταξύ της κατάθλιψης και της φλεγμονής σε παχύσαρκους ασθενείς πριν και μετά τη χειρουργική επέμβαση. Έδειξε επίσης ότι ήταν η αυξημένη φλεγμονή και όχι η κατάθλιψη που οδηγούσε σε χειρότερη απώλεια βάρους μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση.
«Η μελέτη μας έχει σημαντικές κλινικές επιπτώσεις καθώς προσδιορίζει συγκεκριμένους στόχους για μελλοντικές εξατομικευμένες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τα αποτελέσματα της σωματικής και ψυχικής υγείας μετά από βαριατρική χειρουργική», αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας Valeria Mondelli.
«Τα δεδομένα μας που δείχνουν ότι η αυξημένη φλεγμονή προβλέπει χαμηλότερη απώλεια βάρους μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση υποδηλώνουν ότι εξατομικευμένες θεραπείες που περιλαμβάνουν προσεγγίσεις με χαμηλότερη φλεγμονή θα μπορούσαν να επιτρέψουν καλύτερα αποτελέσματα μετά την επέμβαση», προσθέτει η καθηγήτρια Κλινικής Ψυχονευροανοσολογίας στο IoPPN.
Πώς λειτουργεί η βαριατρική χειρουργική για την παχυσαρκία
Η βαριατρική χειρουργική μεταβάλλει πρακτικά το στομάχι και/ή το έντερο για να μειώσει την ποσότητα τροφής που μπορούν να καταναλώσουν οι άνθρωποι και να μειώσει την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών.
Οι παχύσαρκοι ασθενείς μπορούν να χάσουν έως και το 70% του περιττού βάρους μετά την επέμβαση, αλλά υπάρχει διαφοροποίηση στα αποτελέσματα.
Για να βοηθήσουν τους ασθενείς με παχυσαρκία και να διασφαλίσουν ότι οι δαπανηρές θεραπείες είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικές (η ιδιωτική βαριατρική χειρουργική μπορεί να κοστίσει από 4.000 έως 10.000 λίρες στην Αγγλία), είναι σημαντικό οι επιστήμονες να κατανοήσουν τους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη χειρουργική επέμβαση.
Είναι γνωστό ότι η κατάθλιψη και η παχυσαρκία συχνά συμβαίνουν μαζί και προηγούμενη έρευνα υποδηλώνει ότι η απελευθέρωση φλεγμονωδών πρωτεϊνών ως μέρος της ανοσολογικής απόκρισης μπορεί να είναι ένας κοινός μηχανισμός ασθένειας που οδηγεί και τις δύο καταστάσεις.
Πώς διεξήχθη η μελέτη
Για να βελτιωθεί η κατανόηση αυτής της σχέσης και του πιθανού ρόλου της στην παχυσαρκία και στα αποτελέσματα της βαριατρικής χειρουργικής, η μελέτη διερεύνησε τις διαφορές στις πρωτεΐνες που απελευθερώνονται στο σώμα κατά τη φλεγμονή μεταξύ παχύσαρκων ασθενών με και χωρίς κατάθλιψη που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση.
Οι 85 συμμετέχοντες στη μελέτη ήταν όλοι παχύσαρκοι (Δείκτης Μάζας Σώματος άνω του 35) και μέρος της εν εξελίξει μελέτης Βαριατρικής Χειρουργικής & Κατάθλιψης. Τα επίπεδα των πρωτεϊνών που απελευθερώνονται κατά τη διάρκεια της φλεγμονής, όπως η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη και οι κυτοκίνες, όπως η ιντερλευκίνη-6 (IL-6) και η ιντερλευκίνη-4 (IL-4), μετρήθηκαν στο αίμα και τον ιστό των συμμετεχόντων πριν και μετά την επέμβαση.
Πριν από τη χειρουργική επέμβαση, 41 συμμετέχοντες είχαν συμπτώματα κατάθλιψης που έφτασαν στο όριο της κλινικής διάγνωσης, ενώ στους υπόλοιπους 44 συμμετέχοντες, τα συμπτώματα της κατάθλιψης ήταν κάτω από αυτό το όριο.
Η μελέτη έδειξε ότι όσοι είχαν κατάθλιψη είχαν υψηλότερα επίπεδα της φλεγμονώδους C-αντιδρώσας πρωτεΐνης και IL-6 στο αίμα και χαμηλότερα επίπεδα της αντιφλεγμονώδους πρωτεΐνης IL-4. Επίσης, είχαν υψηλότερα επίπεδα μιας φλεγμονώδους πρωτεΐνης στον λιπώδη ιστό τους.
Έξι μήνες μετά την επέμβαση, οι βαριατρικοί ασθενείς που είχαν κατάθλιψη πριν από τη χειρουργική επέμβαση συνέχισαν να έχουν υψηλότερα επίπεδα IL-6 και CRP στο αίμα, παρά την απουσία διαφοράς στην απώλεια βάρους μεταξύ αυτών με και χωρίς κατάθλιψη.
Τα αποτελέσματα της μελέτης
Συνολικά, η βαριατρική χειρουργική οδήγησε σε απώλεια βάρους σε όλους τους ασθενείς σύμφωνα με το αναμενόμενο, και η πλειοψηφία των ασθενών που είχαν προηγουμένως κατάθλιψη πριν από τη χειρουργική επέμβαση παρουσίασαν επίσης μείωση των συμπτωμάτων τους, έτσι ώστε να μην θεωρούνται πλέον κλινικά καταθλιπτικοί.
Από τους 44 ασθενείς που είχαν κατάθλιψη πριν από τη χειρουργική επέμβαση, οι 29 ολοκλήρωσαν την εξάμηνη παρακολούθηση και μόνο το ένα τρίτο περίπου (34,5%· 10 ασθενείς) από αυτούς είχαν ακόμη κλινική κατάθλιψη μετά την επέμβαση.
Οι ερευνητές ανέλυσαν εάν τα μέτρα της φλεγμονής και της κατάθλιψης πριν από τη χειρουργική επέμβαση θα μπορούσαν να προβλέψουν την απώλεια βάρους και την κατάθλιψη μετά την επέμβαση. Αυτό έδειξε ότι υψηλότερα επίπεδα CRP προέβλεπαν μειωμένη απώλεια βάρους στην παρακολούθηση των έξι μηνών.
Ωστόσο, τα επίπεδα CRP στο αίμα πριν από τη χειρουργική επέμβαση δεν προέβλεπαν επίπεδα κατάθλιψης μετά. Αντίθετα, αυτό προβλέφθηκε από την κατάθλιψη πριν από την επέμβαση και την ύπαρξη κάποιου παιδικού τραύματος.
«Η μελέτη μας είναι η πρώτη που δείχνει ότι τα επίπεδα φλεγμονής στο αίμα, αντί της κατάθλιψης, παίζουν σημαντικό ρόλο στα αποτελέσματα απώλειας βάρους μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση», εξηγεί η πρώτη συγγραφέας Δρ. Anna McLaughlin.
«Η έρευνά μας ευθυγραμμίζεται με προηγούμενα ευρήματα, τονίζοντας ότι οι ασθενείς με παιδικό τραύμα μπορεί να επωφεληθούν από περισσότερη ψυχολογική υποστήριξη μετά από χειρουργική επέμβαση. Ο συνδυασμός δεδομένων φλεγμονής με κλινικές γνώσεις θα είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό παραγόντων κινδύνου και τη βελτίωση των αποτελεσμάτων για βαριατρικούς ασθενείς», καταλήγει.