Το σώμα μας χρειάζεται ενέργεια σε καθημερινή βάση για να επιτελέσει τις λειτουργίες του. Η εξασφάλιση βέλτιστης ενεργειακής εφεδρείας προϋποθέτει την αγαστή συνεργασία μιας ποικιλίας οργανικών συστημάτων.
Η χρόνια κόπωση χαρακτηρίζεται από επίμονη ατονία και κόπωση διάρκειας τουλάχιστον εξαμήνου. Ο ασθενής σε πολλές περιπτώσεις αδυνατεί να επιτελέσει καθημερινά καθήκοντα. Κατά την ιατρική εξέταση και αξιολόγηση διερευνώνται παθολογικά νοσήματα και καταστάσεις που ευθύνονται για την κόπωση.
Συνήθη υποκείμενα νοσήματα είναι η αναιμία, οι ορμονικές διαταραχές, οι χρόνιες φλεγμονές, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, τα ψυχιατρικά σύνδρομα, η ινομυαλγία, οι ελλείψεις βιταμινών και ιχνοστοιχείων, αλλοιώσεις του ανοσοποιητικού συστήματος. Παράλληλα με τη σωστή θεραπεία του υποκείμενου παράγοντα, η τροποποίηση συνηθειών της καθημερινότητας συντελεί στην αποκατάσταση της κόπωσης και στην άριστη δράση της ενδεικνυόμενης θεραπείας.
Τα χαρακτηριστικά που συνοδεύουν το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ή μυαλγικής εγκεφαλίτιδας ME/CFS αποτελεί κατάσταση επίμονης κόπωσης διάρκειας άνω του εξάμηνου. Η χρόνια κόπωση στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ή μυαλγικής εγκεφαλίτιδας , διαφέρει από άλλες καταστάσεις χρόνιας κόπωσης διότι συνοδεύεται από τα εξής χαρακτηριστικά:
Δεν αποκαθίσταται με τον ύπνο ή την ανάπαυση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο πάσχων να μην μπορεί να τελέσει πνευματικές ή σωματικές δραστηριότητες που προηγουμένως εκτελούσε με επάρκεια.
Η κόπωση συνοδεύεται από προβλήματα επαρκούς ποιότητας ή ποσότητας ύπνου. Υπάρχει επιδείνωση των συμπτωμάτων μετά από σωματική ή πνευματική δραστηριότητα (post-exertional malaise -PEM), δυσανεξία μετά από άσκηση. Ο πάσχων περιγράφει το φαινόμενο ως υποτροπή συμπτωμάτων όπως δυσκολίας στη σκέψη, προβλημάτων ύπνου, πονόλαιμου, πονοκεφάλου, αισθήματος ζάλης ή κόπωσης μετά την καταβολή σωματικής ή διανοητικής προσπάθειας.
Τα συμπτώματα συνήθως επιδεινώνονται 12 έως 48 ώρες μετά τη δραστηριότητα και μπορεί να διαρκέσουν για μέρες ή και εβδομάδες. ) Στην τυπική της μορφή η επιδεινούμενη μετά από προσπάθεια κόπωση της μυαλγικής εγκεφαλίτιδας, χαρακτηρίζεται από εξατομικευμένα για κάθε ασθενή, ενεργειακά όρια: Όταν ο ασθενής πραγματοποιεί δραστηριότητες εκτός των ενεργειακών του ορίων, δυσάρεστα συμπτώματα εκλύονται.
Οι πάσχοντες από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης δεν πρέπει να ασκούνται σε τυπικά προγράμματα άσκησης. Είναι σύνηθες το φαινόμενο οι πάσχοντες από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, επειδή πιστεύουν ότι η άσκηση βοηθά, πολλές φορές να πιέζουν τον εαυτό τους και να βιώνουν σημαντική επιδείνωση των συμπτωμάτων κατά την ένταξή τους σε τυπικά προγράμματα άσκησης.
Ωστόσο το πρόγραμμα άσκησης μπορεί να μην είναι οργανωμένη άσκηση, αλλά απλή βάδιση, είναι αναγκαίο να μην γίνεται υπέρβαση των ενεργειακών ορίων του πάσχοντος, να μην γίνεται άσκηση μετά τα γεύματα, να χρησιμοποιούνται καλά αθλητικά παπούτσια και να γίνεται προσεκτική, αργή και σταδιακή αύξηση των επιπέδων δραστηριότητας, μόνο εφόσον αυτό είναι εφικτό.
Η κόπωση συνοδεύεται από μειωμένη πνευματική απόδοση ή προβλήματα μνήμης ή ορθοστατική δυσανεξία. Η ορθοστατική δυσανεξία χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση δυσάρεστων συμπτωμάτων σε όρθια θέση όπως ζάλης, αδυναμίας, λιποθυμικής τάσης ή διαταραχών όρασης.
Άλλα συμπτώματα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης
Άλλα συμπτώματα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης που δεν εμφανίζονται ωστόσο πάντοτε είναι οι μυϊκοί πόνοι, οι πόνοι αρθρώσεων, ο πονοκέφαλος, η λεμφαδενοπάθεια, τα πεπτικά προβλήματα, το ρίγος, οι νυχτερινές εφιδρώσεις, οι αλλεργίες, η δυσανεξία σε τρόφιμα, οσμές, χημικές ουσίες, φως ή θόρυβο, η μυϊκή αδυναμία, η δυσκολία στην αναπνοή, ο ακανόνιστος καρδιακός παλμός.
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης προκαλείται από ένα σύνολο ολιστικών παθολοφυσιολογικών μηχανισμών. Πολλοί ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης έχουν μια οξεία λοιμώδη εκδήλωση με συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα ή λοιμώδη γαστρεντερικά συμπτώματα που προηγείται της έναρξης του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.
Οι τελευταίες μελέτες αναδεικνύουν την παρουσία φλεγμονής ή ανωμαλίας του ανοσοποιητικού συστήματος, δυσλειτουργία στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (άξονας HPA) που πυροδοτεί την εμφάνιση του συνδρόμου.
Ειδικές λήψεις μαγνητικής τομογραφίας αναδεικνύουν αλλοιώσεις στην λευκή ουσία ιδίως στους πρόσθιους λοβούς των ασθενών. Μελέτες του ιστορικού αναδεικνύουν ταυτόχρονα, μεγαλύτερη συναισθηματική αστάθεια, νευροφυτική ευαισθησία και υψηλότερη πιθανότητα αναφοράς ενός σημαντικού παιδικού τραύματος αλλά και κληρονομική επιβάρυνση.