Διαβήτης Κύησης: Ποιοι τοξικοί παράγοντες τον επηρεάζουν

Σακχαρώδης Διαβήτης Kύησης

Τι είναι ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης, ποια τα σημεία που προσδιορίζουν την εμφάνισή του και ποιες γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν διαβήτη κατά την κύηση;

Ο επιπολασμός του Σακχαρώδους Διαβήτη Κύησης (ΣΔΚ) έχει αυξηθεί τα τελευταία 20 χρόνια και υπολογίζεται ότι παγκοσμίως σήμερα επιβαρύνει το 14% των κυήσεων. Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης δεν προϋπάρχει και εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της κύησης, πιο συχνά κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο και συνήθως εξαφανίζεται μετά τον τοκετό, εκτός βέβαια αν η μητέρα πάρει ιδιαίτερα σημαντικό βάρος κατά την εγκυμοσύνη. Για την πρόληψη των επιπλοκών του ΣΔΚ έχει μεγάλη σημασία η έγκαιρη διάγνωσή του και για τον λόγο αυτό, όλες οι μητέρες γύρω στην 22η εβδομάδα κύησης, υποβάλλονται στη δίωρη διαγνωστική δοκιμασία ανοχής γλυκόζης μετά τη λήψη από του στόματος διαλύματος 75 γραμμαρίων γλυκόζης.

Πώς αναπτύσσεται ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης αναπτύσσεται λόγω των ορμονικών διαφοροποιήσεων που επισυμβαίνουν κατά την κύηση. Οι γενετικά προκαθορισμένες συνθήκες προσδιορίζουν την αδυναμία των ινσουλινοπαραγωγών β- κυττάρων της μητέρας να απελευθερώνουν τις απαιτούμενες ποσότητες ινσουλίνης, αλλά και τα κύτταρα του σώματος της να μπορούν να την χρησιμοποιούν απρόσκοπτα. Αυτό το δεύτερο παθοφυσιολογικό μονοπάτι προσδιορίζει το φαινόμενο της ινσουλινοαντίστασης που αναπτύσσεται κύρια λόγω των αυξημένων επιπέδων της κορτιζόλης και του πλακουντιακού γαλακτογόνου στην κυκλοφορία της μητέρας.

Ποιες γυναίκες κινδυνεύουν

Αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο έχουν οι μητέρες που είναι μεγαλύτερες των 35 ετών, οι παχύσαρκες, αυτές που έχουν στην οικογένειά τους διαβητικό άτομο πρώτου βαθμού συγγενείας, που έχουν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή αυτές που είχαν εμφανίσει Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης σε μια προηγούμενη κύηση.

Οι μητέρες που βρίσκονται σε κατάθλιψη ή αγχώδη συνδρομή αναπτύσσουν πιο συχνά ΣΔΚ, πιθανώς λόγω των πιο αυξημένων επιπέδων κορτιζολαιμίας που καταγράφονται σε ψυχικές επιβαρύνσεις.

Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης και επιπλοκές

Η μη έγκαιρη και δραστική αντιμετώπιση των παθολογικά υψηλών σακχάρων αίματος στον Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης είναι υπόλογη τόσο για οξείες ανεπιθύμητες αντιδράσεις κατά την διάρκεια της κύησης, αλλά και για προβλήματα υγείας που θα αναπτυχθούν μετά τον τοκετό, τόσο στην μητέρα όσο και στο νεογνό.

Πιο συχνές οξείες επιπλοκές είναι:

ο κίνδυνος για προεκλαμψία,

ο ενδομήτριος θάνατος,

ο πρόωρος τοκετός,

η ανάγκη για καισαρική τομή,

η μακροσωμία του νεογνού, δηλαδή η γέννηση παιδιού με βάρος σώματος κατά τον τοκετό μεγαλύτερο από 4 χγρ. και,

η νεογνική υπογλυκαιμία.

Οι μητέρες που ανέπτυξαν Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης, βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρδιαγγειακή νόσο αργότερα στη ζωή τους.

Τα νεογνά βρίσκονται και αυτά σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας και διαβήτη τύπου 2 κατά την παιδικοεφηβική τους ηλικία. Αυτό σημαίνει ότι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί που ενεργοποιήθηκαν κατά την εμβρυική και την περιγεννητική τους ζωή προγραμματίζουν παθολογικές εκφράσεις της λειτουργίας του οργανισμού για αρκετά χρόνια αργότερα.

Ο ρόλος της κλιματικής αλλαγής

Προσφάτως, μελετάται συστηματικά η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην υγεία του ανθρώπου. Χωρίς αμφιβολία η διερεύνηση των επιδράσεων της αύξησης της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος και η επανεμφάνιση ξεχασμένων λοιμώξεων όπως η ελονοσία ή ο δάγγειος πυρετός έχουν τον πρώτο λόγο.

Πρόσφατα πολλές μελέτες κατέγραψαν ότι οι αλλαγές στην θερμοκρασία του περιβάλλοντος και των επιπέδων της υγρασίας επηρεάζουν σημαντικά και την ινσουλινική ευαισθησία.

Επειδή λοιπόν ο Σακχαρώδης Διαβήτης Κύησης αιτιολογικά οφείλεται στην ανάπτυξη μιας μη αντιρροπούμενης ινσουλινοαντίστασης, φαίνεται ότι τελικά μπορεί να αποτελεί ένα σύνδρομο υγείας που επιβαρύνεται από την κλιματική αλλαγή.

Γενικά οι ψυχρές περιβαλλοντικές θερμοκρασίες βελτιώνουν την ινσουλινική ευαισθησία λόγω της ενεργοποίησης του φαιού λίπους του σώματος. Αντίθετα, οι υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσουν αφυδάτωση, αλλά και επίταση της ινσουλινοαντίστασης στη μητέρα κατά την διάρκεια του καλοκαιριού που οδηγεί τελικά σε υπεργλυκαιμία.

Οι εποχιακές διαφοροποιήσεις επίσης της βιταμίνης D, η οποία συμμετέχει ενεργά στον μεταβολισμό της γλυκόζης και που επίσης διαθέτει και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, φαίνεται να συμμετέχουν στην πυροδότηση του διαβητικού συνδρόμου.

Αναμφίβολα τέλος η μείωση της φυσικής δραστηριότητας και η τροποποίηση των διαιτητικών μας συνηθειών κατά την διάρκεια των υψηλών θερμοκρασιών συμβάλλουν στην εμφάνιση Σακχαρώδους Διαβήτη Κύησης, αυξάνοντας τον βαθμό της ινσουλινοαντίστασης.

Για όλους αυτούς λοιπόν τους λόγους, παρατηρείται όχι μόνο αυξημένη συχνότητα εμφάνισής του στους θερμούς καλοκαιρινούς μήνες, αλλά συχνά και απορρύθμιση του υπάρχοντος διαβήτη.

Τοξικοί παράγοντες και ατμοσφαιρικοί ρύποι

Κίνδυνο ανάπτυξης Σακχαρώδους Διαβήτης Κύησης έχουν οι μητέρες που δεν τηρούν τις ορθές υγιεινο- διαιτητικές συνθήκες, είναι υπέρβαρες, έχουν χαμηλή φυσική δραστηριότητα, είναι μεγαλύτερης ηλικίας, έχουν ιστορικό πολλών γεννήσεων και τέλος επιβαρυμένο γενετικό προφίλ.

Πρόσφατες όμως μελέτες επισημαίνουν ότι και διάφοροι τοξικοί παράγοντες βιομηχανικής προέλευσης, τα βαριά μέταλλα και οι ατμοσφαιρικοί ρύποι επιδρούν αρνητικά στους ενδοκρινείς αδένες και η διαταραχή αυτή μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη ΣΔΚ. Συγκεκριμένα η έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, διαμέτρου μικρότερης των 2,5 μm, που περιεχουν ενώσεις φαινολών, φθαλικές ενώσεις, διφαινύλια, εντομοκτόνα, βιομηχανικούς ρύπους (PCB/PCT), βιομηχανικά απόβλητα (EtP, PFAS), αλλά και τα μέταλλα όπως αρσενικό, κάδμιο, τα οξείδια του αζώτου και το spray πιπεριού οδηγούν σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη κύησης.

Όλοι αυτοί οι τοξικοί παράγοντες φαίνεται να επιδρούν ισχυρότερα κατά το δεύτερο τρίμηνο της κύησης, ακόμα και σε μητέρες νεαρότερης ηλικίας. Οι κλιματικές αλλαγές φαίνεται ότι τροποποιούν και το μικροβίωμα του εντέρου, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση διαβήτη κύησης αφού στο διαβητικό σύνδρομο έχει καταγραφεί τροποποίηση της ποικιλομορφίας και της σύστασης των μικροβίων του εντέρου.

Υπάρχουν μελέτες που υποδηλώνουν ότι τα υπέρβαρα άτομα επηρεάζονται δυσμενέστερα από την μόλυνση της ατμόσφαιρας και την κλιματική αλλαγή. Απαιτούνται όμως περαιτέρω μελέτες για την διερεύνηση της επίδρασης του κλίματος σε άτομα με οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, σε μητέρες μεγαλύτερης ηλικίας και σε διερεύνηση της συσχέτισής τους με την φυλή και την εθνικότητα.

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι υπάρχει αρκετή πλέον γνώση που επιβεβαιώνει ότι η έκθεση σε υψηλότερες θερμοκρασίες αυξάνει τον ΣΔΚ και οδηγεί σε παθολογική υπεργλυκαιμία.

Απαιτείται όμως εκτεταμένη διερεύνηση για το πως κάθε επιβαρυντικός παράγοντας που σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή και την μόλυνση του περιβάλλοντος είναι υπόλογος ξεχωριστά ή συνεργιστικά για την εμφάνιση διαβήτη κύησης.

Παράλληλα, θα πρέπει να γίνουν και οι απαραίτητες συσχετίσεις ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος και την περιοχή που ζει η μητέρα, τον βαθμό έκθεσης της και την απόσταση της μόνιμης κατοικίας της από την ρυπογόνο εστία, το υπέρβαρο του σώματος της, το κάπνισμα, η ηλικία αλλά και οι κοινωνικο- οικονομικές συνθήκες διαβίωσης. Επίσης θα πρέπει να διερευνηθεί η αρνητική επίδραση των περιβαλλοντικών και τοξικών παραγόντων ξεχωριστά για τα 3 τρίμηνα της κύησης, αλλά και κατά το διάστημα πριν την σύλληψη.

Δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα μελέτες που να συσχετίζουν την εμφάνιση Σακχαρώδη Διαβήτη Κύησης με την ηχο-φωτορύπανση που συναντάμε συχνά σε αστικές ζώνες διαβίωσης κατά τη διάρκεια των νυχτερινών ωρών. Υπάρχει η άποψη ότι αυτού του τύπου οι περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις μπορεί ενδεχομένως να διαταράσσουν τον κιρκαδικό μας ρυθμό κσθώς και όλες τις ορμονοευαίσθητες διεργασίες στον οργανισμό, οδηγώντας τελικά σε διάφορες νοσηρότητες όπως ο ΣΔΚ.

 

Όλο Υγεία

Scroll to Top