Πραγματικότητα και στην Ελλάδα, η πρώτη τράπεζα διατήρησης γονιμότητας προεφηβικών αγοριών. Αφορά παιδιά στα οποία, για ιατρικούς λόγους, η σπερματογένεση δεν ολοκληρώνεται.
Η λειτουργία της πρώτης τράπεζας για τη διατήρηση γονιμότητας προεφηβικών αγοριών στην Ελλάδα ανακοινώθηκε στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αναπαραγωγικής Ιατρικής που έγινε στην Αθήνα. Η ανακοίνωση έγινε από την Βιολόγο Αναπαραγωγής Θεοδοσία Ζεγκινιάδου.
Τα προεφηβικά αγόρια που νοσούν από κακοήθειες, ανοσοανεπάρκειες ή άλλες αιτίες κινδυνεύουν να χάσουν τη γονιμότητά τους, είτε από την ίδια τη νόσο είτε κατά τη διαδικασία της θεραπείας.
Η μόνη πιθανότητα να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους είναι μέσω πειραματικών πρωτοκόλλων που βασίζονται στη χρήση των βλαστοκυττάρων του όρχι.
Αυτή η δυνατότητα δίνεται πρώτη φορά στην Ελλάδα, ακολουθώντας τις επιστημονικές μεθόδους παρόμοιων κέντρων που λειτουργούν ήδη σε 24 πόλεις του κόσμου, βάζοντας και την χώρα μας πλέον στον παγκόσμιο χάρτη των εξελίξεων.
Η διαδικασία απαιτεί τη συνεργασία εξειδικευμένων γιατρών
«Αφορά παιδιά στα οποία, για ιατρικούς λόγους, η σπερματογένεση δεν ολοκληρώνεται και ενώ μπορεί να θεραπευτούν από το όποιο νόσημα και να συνεχίσουν φυσιολογικά τη ζωή τους, υπάρχει η πιθανότητα να έχουν αδυναμία γονιμότητας.
Ωστόσο, η διατήρηση των βλαστοκυττάρων του όρχι αποτελεί τη μοναδική ελπίδα τεκνοποίησης στις περισσότερες περιπτώσεις -παρόλο που η χρήση τους βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο ακόμη- καθώς η επιστήμη όπως αποδεικνύεται, εξελίσσεται ραγδαία και δίνει λύσεις σε πολλά και ουσιαστικά ζητήματα» σημειώνει η δρ Θεοδοσία Ζεγκινιάδου βιολόγος αναπαραγωγής και υπεύθυνη του προγράμματος.
Η διαδικασία δεν απαιτεί υψηλό κόστος, απαιτεί όμως τη συνεργασία εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού, όπως και εξειδικευμένο εξοπλισμό και τεχνικές μεθόδους.
Βάσει των στατιστικών στοιχείων ο αριθμός των παιδιών που νοσούν από τα προαναφερθέντα νοσήματα είναι μικρός και ο αριθμός των παιδιών που θα χάσουν τη γονιμότητά τους ακόμα μικρότερος.
«Παρόλο που τα περιστατικά είναι λίγα -και ευτυχώς- ως επιστήμονας θεώρησα σημαντικό να ανοίξω τον δρόμο για τη συγκεκριμένη θεραπευτική μέθοδο, ώστε κανένα παιδί να μη στερηθεί μια ευκαιρία μελλοντικά, εάν και εφόσον οι επιστημονικές εξελίξεις το επιτρέψουν», τονίζει η κ. Ζεγκινιάδου.