Οι Έλληνες ασθενείς πλήρωσαν από την τσέπη τους 1,7 δις. ευρώ για φάρμακα το 2022, ενώ το clawback της φαρμακοβιομηχανίας θα ξεπεράσει για πρώτη φορά τη δημόσια χρηματοδότηση. Η πρόσβαση σε νέα φάρμακα απαιτεί 674 μέρες!
Η υποχρηματοδότηση του συστήματος υγείας και η μείωση των δημόσιων δαπανών υγείας και φαρμάκου οδηγούν σε αύξηση της ιδιωτικής συμμετοχής αναφέρεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ με τη συνεργασία του ΣΦΕΕ για την φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα και τη συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία.
Οι Έλληνες ασθενείς βάζουν πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη για την περίθαλψή τους φέροντας την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις των ιδιωτικών δαπανών υγείας.
Η συμμετοχή των ασθενών στη συνολική δαπάνη υγείας ανέρχεται στο 11% και της φαρμακοβιομηχανίας (μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών) στο 46%. Η ιδιωτική χρηματοδότηση (βιομηχανία και ασθενείς) υπερβαίνει τη δημόσια χρηματοδότηση.
Τι πληρώνουν οι ασθενείς για φάρμακα
Ειδικότερα, το 2022 η ιδιωτική δαπάνη άγγιξε τα 1,7 δις. Ευρώ. Οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι οι Έλληνες πληρώνουν περισσότερα για την Υγεία τους από τους Ευρωπαίους από την τσέπη τους.
Ειδικότερα, καταβάλλουν 413 εκατ. ευρώ για τη θεσμοθετημένη συμμετοχή τους (0%, 10%, 25%), 276 εκατ. ευρώ είναι η επιβάρυνση που προκύπτει για την επιλογή του φαρμάκου τους έναντι του φθηνότερου γενοσήμου που αποζημιώνεται με την ασφαλιστική τιμή. Η συμμετοχή των ασθενών στα αποζημιούμενα φάρμακα κινείται σε τροχιά αύξησης και σύμφωνα με τα παραπάνω για το 2022 θα ανέλθει στα 689 εκ.ευρώ.
Οι πληρωμές συνεχίζονται… Οι πολίτες πληρώνουν άλλα 349 εκατ. ευρώ για ΜΗΣΥΦΑ , επιπλέον 127 εκατ. ευρώ για φάρμακα που συνταγογραφούνται αλλά, ο ΕΟΠΥΥ δεν συμμετέχει στην αγορά τους, (αρνητική λίστα) και τέλος άλλα 540 εκατ. ευρώ για φάρμακα που είναι αποζημιούμενα, αλλά ο ασθενής επέλεξε να τα πληρώσει 100% από την τσέπη του, δηλαδή να τα προμηθευτεί χωρίς συνταγή γιατρού και ο κυριότερος λόγος είναι η χαμηλή τιμή τους.
Τι πληρώνει η φαρμακοβιομηχανία
Αυξημένη συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας μέσω υποχρεωτικών επιστροφών απειλεί τη βιωσιμότητα των φαρμακευτικών εταιρειών και του συστήματος υγείας και υπονομεύει την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες (αλλά και υπάρχουσες) θεραπείες.
Η δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο ανήλθε στα 2,6 δισεκ. ευρώ το 2021, διατηρώντας τα ίδια επίπεδα με την περασμένη χρονιά, ενώ αναμένεται οριακή αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης στα 2,7 δισεκ. ευρώ για το 2022.
Αντίθετα το ύψος των υποχρεωτικών επιστροφών που κλήθηκε να καταβάλει η φαρμακοβιομηχανία το 2021 ανήλθε στα 2,4δις ευρώ, έναντι 2,0 δις ευρώ το 2020. Σύμφωνα με υπολογισμούς, για το 2022 και για πρώτη φορά στα χρονικά εκτιμάται ότι το σύνολο των υποχρεωτικών επιστροφών (clawback) της φαρμακοβιομηαχανίας θα ξεπεράσει τη δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο.
Καθυστέρηση στην εισαγωγή νέων φαρμάκων και καινοτόμων θεραπειών στην Ελλάδα σε σύγκριση με Ευρώπη
Το διάστημα 2018-2021, από 168 καινοτόμα φάρμακα με άδεια από ΕΜΑ, τα 90 σκευάσματα είναι διαθέσιμα στην Ελλάδα. Δηλαδή το 54% των εγκεκριμένων φαρμάκων έναντι 47% μ.ο της ΕΕ.
Η Ελλάδα με 674 ημέρες υστερεί στο χρόνο αποζημίωσης μιας νέας θεραπείας (έναντι 517 ημερών στις χώρες τις Ε.Ε.), δηλαδή μιλάμε για μιλάμε για 674 μέρες μέχρι να υπάρξει πραγματική πρόσβαση ασθενών στο φάρμακο.
Η καθυστέρηση αυτή σημαίνει ότι οι Έλληνες ασθενείς αντιμετωπίζουν προβλήματα στην πρόσβαση σε νέες καινοτόμες θεραπείες. Σύμφωνα με στοιχεία μόλις το 42% των νέων θεραπειών που έχουν εγκριθεί́ είναι ευρέως προσβάσιμες στους ασθενείς.
Οι προτάσεις του ΣΦΕΕ
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΦΕΕ, Ολύμπιο Παπαδημητρίου, «ο κλάδος του φαρμάκου είναι ένας κλάδος στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μας με ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα».
Οι άμεσες προτεραιότητες της κυβέρνησης σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου πρέπει να είναι:
- ο εξορθολογισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης
- η βελτίωση της απόδοσης των επενδύσεων
- η μείωση των καθυστερήσεων στην είσοδο νέων φαρμάκων στη χώρα
- η ψηφιοποίηση του συστήματος υγείας
Ο κ. Παπαδημητρίου τονίζει ότι «χρειάζεται, η διαμόρφωσή μιας βιώσιμης εθνικής φαρμακευτική πολιτικής, με επίκεντρο τον ασθενή, τη Δημόσια Υγεία και την απασχόληση.»