Τι δείχνουν τα νεότερα συγκριτικά στοιχεία για την νοσηρότητα και τους παράγοντες κινδύνου για την υγεία του πληθυσμού της Ελλάδας.
Η παρακολούθηση των διαχρονικών τάσεων στις παραμέτρους του επιπέδου υγείας του πληθυσμού, καθώς και η συγκριτική αντιπαραβολή τους με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί ένα εξαιρετικό εργαλείο για την εκτίμηση των αναγκών υγείας του πληθυσμού, για την ανάδειξη των βασικών προβλημάτων και για το σχεδιασμό στρατηγικών για την αντιμετώπιση των μείζονων απειλών για την υγεία.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την ανάγνωση αυτή παρουσιάζουν οι τάσεις:
(α) της διαγνωσμένης χρόνιας νοσηρότητας και των αποτελεσμάτων αυτής στην υγεία του πληθυσμού,
(β) της έκθεσης σε παράγοντες κινδύνου για την υγεία, η οποία αποτελεί ισχυρή ένδειξη για την έκφραση μελλοντικής νοσηρότητας στον πληθυσμό.
Με βάση ειδικές για τη χώρα, αλλά και διεθνείς συγκριτικές αναφορές, οι οποίες δημοσιεύονται παραδοσιακά προς το τέλος του έτους, η Ελλάδα αποτελεί μια χώρα με σημαντική πρόοδο, σε ορισμένες από τις παραμέτρους που καθορίζουν την υγεία του πληθυσμού, αλλά και σημαντικές υστερήσεις, αρκετές εκ των οποίων είναι, πλέον, διαχρονικές.
Τα παραπάνω αναφέρει ο Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, σε άρθρο του στο περιοδικό «Στους Ρυθμούς της Καρδιάς», του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιολογίας.
Οι βασικές απειλές για την υγεία του πληθυσμού
Κάπνισμα
Αν και το ποσοστό των ατόμων του πληθυσμού, που δηλώνουν ότι καπνίζουν, έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια και πλέον κυμαίνεται στο 22%, εντούτοις παραμένει υψηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ και συνεχίζει να επιδρά αρνητικά στην ευημερία του πληθυσμού, σε σημαντικό βαθμό.
Η μείωση του καπνίσματος μπορεί να αποδοθεί σε μια σειρά από παράγοντες, όπως οι νομοθετικές παρεμβάσεις, οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες
(π.χ. εισοδήματα, τιμές), στην αλλαγή των στάσεων και συμπεριφορών, αλλά και στη διαφαινόμενη μείωση της συχνότητας της συνήθειας στις μικρότερες ηλικίες. Η τάση αυτή στις μικρότερες ηλικίες είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα, που οφείλουμε να διασφαλίσουμε, με κατάλληλες πολιτικές υγείας, ότι θα συνεχιστεί, τονίζει ο κ. Αθανασάκης.
Παχυσαρκία
Από την άλλη πλευρά, ανερχόμενη είναι η απειλή της παχυσαρκίας, ιδίως στα παιδιά και τους εφήβους. Το ποσοστό της παχυσαρκίας στους ενήλικες (16%) είναι σχετικά κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ, αλλά με ανοδική τάση, γεγονός που οφείλεται στην αλλαγή του τρόπου ζωής (μείωση σωματικής άσκησης), αλλά και των διατροφικών συνηθειών, οι οποίες συνέβησαν ιδίως κατά την οικονομική κρίση και συνεχίζουν να υφίστανται. Ιδιαίτερα ανησυχητικό εύρημα είναι το ποσοστό της παχυσαρκίας στα παιδιά και τους εφήβους, το οποίο είναι μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ (26% στα άτομα 15 ετών, έναντι μέσου όρου 22% στην ΕΕ). Η δράση στο ζήτημα αυτό είναι απολύτως απαραίτητη, σημειώνει ο κ. Αθανασάκης. Πολιτικές όπως το εθνικό πρόγραμμα δράσης για την παιδική παχυσαρκία, το οποίο ανακοινώθηκε πρόσφατα, είναι αναμφίβολα προς τη σωστή κατεύθυνση, και χρειάζεται να ενδυναμωθεί και να πλαισιωθεί και από άλλες, ενδεχομένως ευρύτερες, δράσεις.
Βασικές αιτίες θανάτου
Στο πεδίο της χρόνιας νοσηρότητας, ως βασική αιτία θανάτου παραμένουν τα νοσήματα του κυκλοφορικού,τα οποία ευθύνονται για το ένα τρίτο των θανάτων ετησίως. Τα νεοπλάσματα ακολουθούν ως δεύτερη αιτία (περί το 23% της συνολικής θνησιμότητας), με πλέον συχνή διάγνωση τον καρκίνο του πνεύμονα. Σημαντική είναι η επίδραση στη θνησιμότητα των νοσημάτων του αναπνευστικού (περί το 10% των συνολικών θανάτων), καθώς, βεβαίως, και της COVID-19.
Γήρανση του πληθυσμού
Τα παραπάνω δεδομένα αναφορικά με τη νοσηρότητα και τους παράγοντες κινδύνου για την υγεία θα πρέπει να συνεκτιμηθούν σε συνδυασμό με τη δημογραφική δυναμική του πληθυσμού της χώρας, σημειώνει ο Καθηγητής.
Με βάση τις νεότερες εκτιμήσεις, το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 ετών βρίσκεται σε ισχυρά ανοδική τάση, γεγονός που υπαινίσσεται υψηλή χρήση υπηρεσιών υγείας στο μέλλον, δοθέντος ότι οι εκτιμήσεις του προσδόκιμου επιβίωσης με καλή υγεία για τον πληθυσμό της Ελλάδας είναι συγκριτικά χαμηλότερες, σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, το ζήτημα της πολυ-νοσηρότητας αποτελεί ένα θέμα το οποίο χρήζει άμεσης συζήτησης, ανάδειξης και αντιμετώπισης.
Η διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του συστήματος υγείας αποτελούν βασικό προαπαιτούμενο για τη διασφάλιση της κοινωνικής ευημερίας. Η επίτευξη αυτών των στόχων απαιτεί προδραστικές πολιτικές, οι οποίες χρειάζονται μακροχρόνιο σχεδιασμό και συνεπή εφαρμογή. Κύριο κεφάλαιο στις πολιτικές αυτές, οφείλουν να αποτελούν οι στρατηγικές για τη διαχείριση των χρονίων μη μεταδοτικών νοσημάτων, τα οποία ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό της συνολικής νοσηρότητας, αλλά και της συνολικής δαπάνης υγείας.