Ο ιοί Coxsackie ανήκουν στο γένος των εντεροϊών και ταξινομούνται σε δύο ομάδες, την ομάδα Α και την ομάδα Β. Λοιμώξεις από ιούς Coxsackie παρατηρούνται κάθε χρόνο, αλλά συνήθως παρουσιάζουν έξαρση κατά τους καλοκαιρινούς και φθινοπωρινούς μήνες.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της εργαστηριακής επιτήρησης σε δείγματα ασθενών με οξεία σοβαρή λοίμωξη αναπνευστικού, κατά την πρόσφατη περίοδο των τελευταίων δύο μηνών και συγκεκριμένα από τα μέσα Σεπτεμβρίου του τρέχοντος έτους, καταγράφεται αύξηση των λοιμώξεων από ρινοϊούς/εντεροϊούς σε όλη την επικράτεια. Η αύξηση αυτή αφορά και σε λοιμώξεις που προκαλούνται από ιούς Coxsackie.
Η λοίμωξη από ιούς Coxsackie αποτελεί ένα συχνό ιογενές νόσημα, κατά κανόνα της πρώιμης παιδικής ηλικίας. Εμφανίζεται κυρίως, σε παιδιά ηλικίας κάτω των 10 ετών. Οι περισσότεροι άνθρωποι μέχρι την ενηλικίωσή τους έχουν εκτεθεί στον ιό και έχουν αναπτύξει ανοσία.
Συμπτώματα και τρόπος μετάδοσης του ιού Coxsackie
Σε σημαντικό ποσοστό, η λοίμωξη από τους ιούς αυτούς μπορεί να είναι ασυμπτωματική. Στα συνηθέστερα συμπτώματα περιλαμβάνονται πυρετός, εξάνθημα, συμπτώματα από το ανώτερο αναπνευστικό ή και το γαστρεντερικό σύστημα. Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία και η λοίμωξη στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι αυτοϊώμενη.
Σπανιότερα οι ιοί αυτοί μπορεί να προκαλέσουν εκδηλώσεις και από άλλα συστήματα, όπως μηνιγγίτιδα, εγκεφαλίτιδα, οξεία χαλαρή παράλυση, οξεία αιμορραγική επιπεφυκίτιδα, μυοκαρδίτιδα, περικαρδίτιδα, ηπατίτιδα καθώς και μυοσίτιδα και πλευροδυνία. Στα νεογνά η λοίμωξη, μπορεί να εμφανίζεται με σοβαρές κλινικές εκδηλώσεις ακόμη και εικόνα σήψης.
Οι ιοί αυτοί μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της άμεσης στενής επαφής με σταγονίδια του αναπνευστικού (με το βήχα, το φτάρνισμα, την ομιλία) και μέσω της κοπρανοστοματικής οδού. Μετάδοση μπορεί να συμβεί επίσης, από τη μητέρα στο νεογνό, ενδομητρίως, κατά την περιγεννητική περίοδο ή με το θηλασμό.
Οι εντεροϊοί επιβιώνουν στο περιβάλλον για χρονικό διάστημα που επιτρέπει τη δυνατότητα μετάδοσης τους μέσω μολυσμένων αντικειμένων και επιφανειών καθώς και με την κατανάλωση μολυσμένων τροφίμων και νερού. Σημειώνεται ότι οι εντεροϊοί σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να αποβάλλονται από τα κόπρανα για αρκετές εβδομάδες ακόμα και μήνες μετά τη λοίμωξη, ενώ από τις εκκρίσεις του αναπνευστικού συστήματος αποβάλλονται για μικρότερο χρονικό διάστημα (1 έως 3 εβδομάδες).
Τόσο η λοίμωξη όσο και η αποβολή των εντεροϊών από τα κόπρανα ή από το αναπνευστικό σύστημα μπορεί να προκύπτουν χωρίς εμφανείς κλινικές εκδηλώσεις, γεγονός που καθιστά την συστηματική εφαρμογή των κανόνων ατομικής υγιεινής και καθαριότητας του άψυχου περιβάλλοντος, απαραίτητη για τον περιορισμό της διασποράς των ιών αυτών.
Ο χρόνος επώασης είναι 3-6 μέρες. Τα συμπτώματα διαρκούν συνήθως 7-10 μέρες και ο ασθενής αναρρώνει πλήρως.
Τα μέτρα πρόληψης που συνιστά ο ΕΟΔΥ
Ενδεικνυόμενα μέτρα πρόληψης της διασποράς του ιού σε περίπτωση εμφάνισης κρούσματος, είναι:
- η απομάκρυνση του ασθενούς από τη σχολική του μονάδα μέχρι την ολοκλήρωση 24 ωρών από την υποχώρηση του πυρετού (χωρίς τη χρήση αντιπυρετικών) και την ύφεση των λοιπών συμπτωμάτων του
- η συστηματική εφαρμογή των κανόνων ατομικής υγιεινής από όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας και της οικογένειας (παιδιά και ενήλικες)
- τακτικό και σχολαστικό πλύσιμο των χεριών με σαπούνι και νερό, ιδίως πριν το φαγητό και μετά από κάθε επίσκεψη στην τουαλέτα. Το προσωπικό της σχολικής μονάδας θα πρέπει να εκπαιδεύει, ενθαρρύνει και επιβλέπει τη συστηματική και ορθή πρακτική του πλυσίματος των χεριών από τα παιδιά
- κάλυψη της μύτης και του στόματος κατά το βήχα και το φτάρνισμα. Χρήση χαρτομάντηλου και στη συνέχεια απόρριψη του και πλύσιμο των χεριών
- σχολαστικό πλύσιμο των χεριών από τους ενήλικες μετά την αλλαγή πάνας βρεφών και νηπίων, μετά από επαφή ή χειρισμό μολυσμένων από εκκρίσεις αναπνευστικού ή κόπρανα, αντικειμένων και επιφανειών και πριν την παρασκευή γεύματος
- πλύσιμο μολυσμένων ρούχων, κλινοσκεπασμάτων και πετσετών σε υψηλή θερμοκρασία
- αποφυγή στενής επαφής και κοινής χρήσης προσωπικών αντικειμένων (σκεύη φαγητού, ποτήρια, πετσέτες κλπ) για αρκετές εβδομάδες μετά τη λοίμωξη
Επιπρόσθετα, συνιστάται ο καλός αερισμός όλων των χώρων, ο επιμελής και τουλάχιστον καθημερινός καθαρισμός και απολύμανση των επιφανειών ιδιαίτερα αυτών που αγγίζονται συχνά (πχ πόμολα), των αντικειμένων (πχ παιχνιδιών) και των τουαλετών (νιπτήρες, λεκάνες, επιφάνειες αλλαγής πάνας) με ιδιαίτερη προσοχή στην ορθή απόρριψη των πανών, χειροπετσετών κλπ και το πλύσιμο των χεριών αμέσως μετά.
Εκτός από την καθημερινή πρακτική, θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα και για τον επιπρόσθετο καθαρισμό και απολύμανση επιφανειών και αντικειμένων, όταν υπάρχει έκθεση σε μολυσματικές εκκρίσεις. Τονίζεται ότι η αποβολή του ιού από τις αναπνευστικές εκκρίσεις και τα κόπρανα των παιδιών μπορεί να παραταθεί για αρκετές εβδομάδες μετά τη λοίμωξη και την υποχώρηση των συμπτωμάτων τους. Συνεπώς, η εφαρμογή των ανωτέρω μέτρων θα πρέπει να είναι συστηματική για την πρόληψη της διασποράς και εμφάνισης συρροών κρουσμάτων.
Σε σχολικές μονάδες που έχουν παρατηρηθεί ένα ή περισσότερα περιστατικά λοίμωξης συστήνεται η ενημέρωση των γονέων των υπολοίπων παιδιών και η ευαισθητοποίηση τους για την αναγνώριση των πιθανών συμπτωμάτων. Σε περίπτωση εκδήλωσης συμπτωμάτων συμβατών με λοίμωξη από ιούς, συστήνεται η παραμονή του παιδιού στο σπίτι και η αντιμετώπιση του σύμφωνα με την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού.
Σημειώνεται ότι το κλείσιμο της σχολικής μονάδας, όπου έχει εκδηλωθεί το κρούσμα ή τα κρούσματα, δεν ενδείκνυται ως μέτρο πρόληψης.