Τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε όταν αρρωστήσουμε. Πώς μπορούμε να περιορίσουμε την μετάδοση των αναπνευστικών ιών, ποια είναι τα απλά βήματα που πρέπει να ακολουθούμε; Ο Αναστάσιος Δ. Χατζής Παιδίατρος – Εντατικολόγος τ. Συντονιστής – Διευθυντής ΜΕΘ Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» μας εξηγεί όσα πρέπει να γνωρίζουμε για να προστατευθούμε.
Η αρχή του χρόνου και παρά τον καλό καιρό (τουλάχιστον στη νότια Ελλάδα) μας βρίσκει με έξαρση των ιογενών (κυρίως) λοιμώξεων.
Κύρια αιτία η αναγκαία συνύπαρξη μικρών και μεγάλων λόγω των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έπρεπε να γιορτάσουμε όλοι μαζί αυτή την ξεχωριστή γιορτή.
Κι όπως λένε οι Ιταλοί: «τα Χριστούγεννα με όλους τους δικούς μας, το Πάσχα με όσους θέλουν» [“Natale con i tuoi, Pasqua con chi vuoi“].
Όμως αυτή η συνύπαρξη, που αναπόφευκτα συνοδεύεται από «στενή επαφή» έχει και τις συνέπειες της.
Είναι πλέον σαφές ότι το 95% των ιώσεων μεταδίδεται με τα σταγονίδια που εκσφενδονίζονται ακόμη και με την ομιλία, όταν τα άτομα βρίσκονται σε κοντινή απόσταση, πολύ περισσότερο με άλλες εκδηλώσεις (τραγούδι, έντονες φωνές κλπ).
Προφανώς ο βήχας και το φτάρνισμα έχουν τον πρώτο λόγο. Το δε κάπνισμα βοηθά στη διατήρηση των σταγονιδίων στον αέρα για περισσότερο χρόνο.
Ποια άτομα όμως μεταδίδουν τους ιούς και πότε
Όλα τα άτομα που έχουν μολυνθεί από έναν ιό, τον μεταδίδουν σ’ όλα τα άτομα με τα οποία έρχονται σε επαφή.
Όμως, η περίοδος επώασης μιας ίωσης, δηλαδή πριν από την έναρξη των πρώτων συμπτωμάτων, είναι μια κατ’ εξοχήν περίοδος μετάδοσης των ιών.
Και τούτο για δύο συναφείς λόγους:
Πρώτον, γιατί τότε οι ιοί αποικίζουν το ανώτερο αναπνευστικό (μύτη, στόμα, φάρυγγας κλπ), όπου πολλαπλασιάζονται και διασπείρονται στο υπόλοιπο (κατώτερο) αναπνευστικό σύστημα (και όχι μόνο).
Δεύτερον, γιατί λόγω απουσίας συμπτωμάτων, τα άτομα που έχουν ήδη μολυνθεί, δεν λαμβάνουν κανένα προληπτικό μέτρο και ανεξέλεγκτα μεταδίδουν τους ιούς σε άλλα άτομα.
Άρα η μόλυνση και η μετάδοση των λοιμώξεων είναι αναπόφευκτη;
Και ναι και όχι. Ναι, γιατί με βάση τα παραπάνω, η μετάδοση δεν μπορεί να αναχαιτιστεί τελείως! Όχι, γιατί αν ακόμη και τώρα παρθούν κάποια προφυλακτικά μέτρα, η μετάδοση μπορεί να περιοριστεί!
Και ποια είναι αυτά τα μέτρα:
Ένα, αναγκαστικά ο περιορισμός των περιττών συναθροίσεων και δύο, η χρήση της μάσκας.
Εκτός από τη μετάδοση υπάρχει και η βαρύτητα της νόσησης
Εδώ σημαντικό ρόλο παίζουν τα εμβόλια.
Είναι πλήρως τεκμηριωμένο ότι ο εμβολιασμός ελαττώνει τη σοβαρότητα της εκδήλωσης της νόσου κι επί πλέον περιορίζει τη μετάδοση των ιών.
Και τα δύο βασίζονται στο γεγονός ότι τα αντισώματα, που έχουν παραχθεί από το εμβόλιο, επιτίθενται στον αντίστοιχο ιό ήδη από την εγκατάσταση του στον ρινικό βλεννογόνο.
Τέλος η εθελοντική απομόνωση των ατόμων, είτε γιατί έχουν έλθει σε στενή επαφή με ήδη πάσχοντα άτομα, είτε γιατί τα ίδια εμφανίζουν τα πρώτα συμπτώματα ίωσης, αποτελεί δυσάρεστο αλλά αναγκαίο μέτρο.
Όσοι κολλήσουν θα πρέπει να γνωρίζουν τι θα πρέπει να κάνουν και τι δεν θα πρέπει να κάνουν
- Θα πρέπει κατ’ εξοχήν να ξεκουραστούν, γιατί κάθε ίωση αποτελεί μια γενικευμένη νόσο, που απαιτεί ανάπαυση.
- Θα πρέπει να συμβουλευτούν το γιατρό τους και ν’ ακολουθήσουν τις οδηγίες του, ιδιαίτερα για τα μικρά παιδιά και τους υπερήλικες κι όσους πάσχουν από κάποιο άλλο σοβαρό νόσημα.
- Όχι για παράδειγμα, όλοι «προληπτικά» αντιβίωση.
- Ποτέ σύμπλεγμα βιταμινών. Ούτε καλό κάνουν, ούτε είναι τελείως αθώες.
- Ο βήχας, που απασχολεί και φοβίζει όλους, δεν είναι νόσος αλλά πολύτιμο αντανακλαστικό. Άρα ούτε τα αντιβηχικά είναι χρήσιμα, τα δε βλεννολυτικά είναι αμφίβολης χρησιμότητας. Και το σίγουρο είναι ότι ο βήχας «φεύγει τελευταίος». Άρα μην μας ανησυχεί γιατί παρατείνεται…
- Τελευταίο αλλά πολύ σημαντικό: Το πλύσιμο των χεριών με νερό και σαπούνι, πριν και μετά από κάθε χρήση τους (τουαλέτα, φαγητό κλπ) αποτελεί θεμελιακό μέτρο δημόσιας υγείας και δεν το αντικαθιστούν τα αμφίβολής χρησιμότητας και σίγουρης τοξικότητας για το δέρμα, αντισηπτικά διαλύματα.
Η χρήση φαρμάκων θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά μετά από συνταγογράφηση ιατρού και με βάση όχι μόνο τη διάγνωση αλλά και τη σοβαρότητα της νόσου.
Άρα με βάση όλα τα παραπάνω, αν ακολουθήσουμε τις σωστές οδηγίες κι αποφύγουμε τους περιττούς (και καμιά φορά επικίνδυνους πειραματισμούς), περιορίζουμε την πιθανότητα ιογενούς λοίμωξης και κυρίως τη σοβαρότητα από τη νόσηση από αυτές!