Η Αμερικανίδα Amber Pearson συνήθιζε να πλένει τα χέρια της μέχρι να αιμορραγήσει, τρομοκρατημένη από την ιδέα της μόλυνσης από πράγματα της καθημερινότητας, ένα εξουθενωτικό αποτέλεσμα της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής (OCD) από την οποία έπασχε.
Αλλά τα επαναλαμβανόμενα τελετουργικά της κατάστασής της αποτελούν πλέον παρελθόν χάρη σε ένα επαναστατικό εγκεφαλικό εμφύτευμα που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία τόσο της επιληψίας όσο και του OCD.
«Είμαι πραγματικά παρούσα στην καθημερινότητά μου και αυτό είναι απίστευτο. Παλιότερα, ανησυχούσα συνεχώς για τους ψυχαναγκασμούς μου», είπε η 34χρονη στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Τα εγκεφαλικά εμφυτεύματα έγιναν πρόσφατα πρώτη είδηση, χάρη στην ανακοίνωση του Έλον Μασκ ότι η εταιρεία του Neuralink είχε τοποθετήσει ένα τσιπ στο κεφάλι ενός ασθενούς, το οποίο οι επιστήμονες ελπίζουν ότι τελικά θα επιτρέψει στους ανθρώπους να ελέγχουν ένα smartphone μόνο με τη σκέψη.
Αλλά η ιδέα της εισαγωγής μιας συσκευής στον εγκέφαλο δεν είναι νέα και για δεκαετίες οι γιατροί γνώριζαν ότι η ηλεκτρική διέγερση που εφαρμόζεται με ακρίβεια μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου. Αυτή η εν τω βάθει διέγερση του εγκεφάλου χρησιμοποιείται στη θεραπεία της νόσου Πάρκινσον και άλλων καταστάσεων που επηρεάζουν την κίνηση, μεταξύ των οποίων η επιληψία.
Ιδέα της ίδιας της ασθενούς η αντιμετώπιση του OCD με εμφύτευμα εγκεφάλου
Οι γιατροί της Pearson της πρόσφεραν τη συσκευή μήκους 32 χιλιοστών για να θεραπεύσει τις εξουθενωτικές επιληπτικές κρίσεις της, βέβαιοι ότι θα ήταν σε θέση να ανιχνεύσει τη δραστηριότητα που προκαλεί τα επεισόδια και να δώσει έναν παλμό για να τα παρεμποδίσει. Τότε ήταν που η ίδια η Pearson είχε κάτι σαν μια έκλαμψη.
«Ήταν δική της ιδέα της να μας πει ότι αφού θα μπούμε στον εγκέφαλό της και θα τοποθετήσουμε αυτή τη συσκευή, να κάνουμε κάτι παρόμοιο και για το OCD της. Ευτυχώς, πήραμε αυτή την πρόταση στα σοβαρά», θυμάται ο νευροχειρουργός Ahmed Raslan, ο οποίος πραγματοποίησε την διαδικασία στο Πανεπιστήμιο Υγείας και Επιστήμης του Όρεγκον.
Προηγουμένως είχε γίνει κάποια μελέτη για τη χρήση εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης σε άτομα που πάσχουν από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, αλλά, σύμφωνα με τον Δρ. Raslan, δεν είχε συνδυαστεί ποτέ με θεραπεία για την επιληψία. Οι γιατροί εργάστηκαν με την Pearson για να δουν ακριβώς τι συμβαίνει στον εγκέφαλό της όταν παγιδεύεται σε ένα εμμονικό μοτίβο.
Η τεχνική περιλάμβανε την έκθεσή της σε γνωστούς στρεσογόνους παράγοντες -σε αυτή την περίπτωση, τα θαλασσινά- και την καταγραφή των ηλεκτρικών δεικτών. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαν να απομονώσουν αποτελεσματικά την εγκεφαλική δραστηριότητα που σχετίζεται με το OCD της. Στη συνέχεια θα μπορούσαν να διαμορφώσουν το εμφύτευμά της έτσι ώστε να αντιδρά στο συγκεκριμένο σήμα.
Ελπίδα για τους ασθενείς με επιληψία και OCD
Η συσκευή διπλού προγράμματος παρακολουθεί τώρα την εγκεφαλική δραστηριότητα που σχετίζεται τόσο με την επιληψία όσο και με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.
«Είναι η μόνη συσκευή στον κόσμο που αντιμετωπίζει δύο καταστάσεις και προγραμματίζεται ανεξάρτητα. Άρα το πρόγραμμα για την επιληψία είναι διαφορετικό από το πρόγραμμα για το OCD», λέει ο Δρ. Raslan.
Πρόκειται για μια σημαντική ανακάλυψη που μόνο κάποιος σαν την Pearson θα μπορούσε να έχει καταλήξει. «Είναι η πρώτη φορά στον κόσμο που γίνεται. Συνήθως σκεφτόμαστε συσκευές είτε για OCD είτε για επιληψία. Αυτή η ιδέα είναι εκτός των καθημερινών καταστάσεων που αντιμετωπίζουμε και θα προερχόταν μόνο από έναν ασθενή», λέει ο ειδικός.
Ο Δρ. Raslan είπε ότι μια μελέτη βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια για να δούμε πώς αυτή η τεχνική μπορεί να εφαρμοστεί ευρύτερα, προσφέροντας πιθανή ελπίδα σε ορισμένα από τα 2,5 εκατομμύρια άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες που πάσχουν από OCD.
Για την Pearson, υπήρχε αναμονή οκτώ μηνών μετά τη διαδικασία του 2019 για να δει οποιαδήποτε αισθητή διαφορά. Σταδιακά, όμως, οι τελετουργίες στις οποίες αφιέρωνε 8-9 ώρες κάθε μέρα από την εφηβεία της άρχισαν να υποχωρούν.
Οι ατελείωτες λίστες ελέγχου πριν κοιμηθεί για το κλείσιμο των παραθύρων και το συνεχές πλύσιμο των χεριών μειώθηκαν σε 30 λεπτά την ημέρα. Και ο φόβος της μόλυνσης από το φαγητό έχει πλέον εξαφανιστεί.
«Είμαι ξανά χαρούμενη και ενθουσιασμένη που βγαίνω έξω και ζω και είμαι με τους φίλους και την οικογένειά μου. Ήταν κάτι από το οποίο είχα αποκοπεί για χρόνια», καταλήγει η ίδια.