Η ιονίζουσα ακτινοβολία που υπάρχει σε διάφορες συσκευές στα σπίτια μας μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για λέμφωμα, την έκτη συχνότερη μορφή καρκίνου.
Γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό ότι η έκθεση σε ακτινοβολία υψηλής ενέργειας (ιονίζουσα ακτινοβολία) αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο. Για παράδειγμα, τα άτομα που έκαναν κάποιες ιατρικές εξετάσεις, έχουν αυξημένο κίνδυνο αλλά αυτός ο κίνδυνος είναι πολύ μικρός σε σύγκριση με τον κίνδυνο για την υγεία σας. Ωστόσο νέες μελέτες δείχνουν ότι η ιονίζουσα ακτινοβολία αυξάνει το κίνδυνο για λέμφωμα.
Τι είναι το λέμφωμα;
Το λέμφωμα είναι ο καρκίνος των κυττάρων του λεμφικού συστήματος και κυρίως των λεμφοκυττάρων. Μπορεί να προσβάλει επίσης σπλήνα και τον μυελό των οστών, καθώς και άλλα όργανα, όπως είναι το στομάχι, το έντερο, τον πνεύμονα, τον εγκέφαλο και τα οστά.
Ανεξάρτητα από το στάδιο ή της επιθετικότητάς του, το λέμφωμα δεν συμπεριφέρεται όπως ο καρκίνος που δίνει μεταστάσεις, γι’ αυτό και σε γενικές γραμμές θεωρείται «ιάσιμo» νόσημα. Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι λεμφώματος, οι οποίοι αντιμετωπίζονται διαφορετικά:
- Το λέμφωμα Non-Hodgkin (το οποίο αντιπροσωπεύει περίπου το 90% των λεμφωμάτων).
- Το λέμφωμα Hodgkin (το οποίο έχει χαρακτηριστική εμφάνιση στις βιοψίες).
Επίσης, υπάρχουν περίπου 40 υπότυποι του μη-Hodgkin λεμφώματος και διαφέρουν ως προς το πόσο γρήγορα αναπτύσσονται και εξαπλώνονται και δεν αντιμετωπίζονται όλοι με τον ίδιο τρόπο. Τα μη-Hodgkin λεμφώματα, διακρίνονται στα χαμηλής κακοήθειας ή βραδέως εξελισσόμενα και στα υψηλής κακοήθειας ή επιθετικά λεμφώματα.
Πρόκειται για τη πιο συχνή αιματολογική κακοήθεια στους ενήλικες. Προσβάλλονται συχνότερα οι άντρες από τις γυναίκες και εμφανίζονται πιο συχνά σε ασθενείς μέσης ή προχωρημένης ηλικίας, σε αντίθεση με το λέμφωμα Hodgkin, που προσβάλλει πιο συχνά παιδιά, εφήβους και νέους ενήλικες.
Τι είναι η ιονίζουσα ακτινοβολία;
Όλοι μας εκτιθέμεθα στην ιοντίζουσα ακτινοβολία που προέρχεται από φυσικές και ανθρωπογενείς πηγές. Το ατομικό επίπεδο έκθεσης στην ακτινοβολία ή η ατομική δόση ακτινοβολίας, που μετράται σε μιλισίβερτ (mSv) ανά έτος, εξαρτάται από τον τόπο κατοικίας, την επαγγελματική δραστηριότητα, τα τρόφιμα και τα υγρά που καταναλώνονται, και τις ιατρικές εξετάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί.
Εκτιμάται ότι η δόση ακτινοβολίας με την οποία επιβαρύνεται ο μέσος Ευρωπαίος ανέρχεται στα 4 mSv/έτος. Η έκθεση μπορεί να είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη από τον μέσο όρο, ανάλογα με τον τρόπο ζωής και τις καθημερινές συνήθειες που περιγράφονται ανωτέρω.
Για πολλούς από εμάς, η μεγαλύτερη μεμονωμένη δόση ακτινοβολίας προέρχεται από το ραδόνιο που υπάρχει στα σπίτια μας, η οποία αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε 1-2 mSv/έτος, αλλά αυτό ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των κατοικιών και των περιοχών.
Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες φυσικές πηγές, όπως η κοσμική ακτινοβολία και τα χαμηλά επίπεδα φυσικής ραδιενέργειας στα τρόφιμα, δεν ελέγχονται εύκολα από τον άνθρωπο, αλλά αυτές συνήθως δεν ανέρχονται σε σημαντικά επίπεδα (κάτω των 0,5 mSv/έτος).
Στην Ευρώπη, η μεγαλύτερη ανθρωπογενής πηγή ακτινοβολίας είναι οι ιατρικές εξετάσεις, ιδίως όσες αφορούν τη διάγνωση προβλημάτων υγείας (ο ετήσιος μέσος όρος ακτινοβολίας υπολογίζεται σε περίπου 1-2 mSv/πολίτη, ανάλογα με τον αριθμό των ιατρικών εξετάσεων).
Η χρήση ακτινοβολίας για ιατρικούς σκοπούς συμβάλλει στην καλύτερη διάγνωση (π.χ. εντοπισμός της ασθένειας ή του τραυματισμού μέσω ακτινογραφίας με σκοπό την κατάλληλη θεραπεία) ή στη θεραπεία (θεραπεία του καρκίνου με ακτινοβολία). Συνεπώς, η ακτινοβολία χρησιμοποιείται προς όφελος του ασθενούς, και η δόση που εκπέμπεται είναι γενικά αποδεκτή, δεδομένων των σημαντικών οφελών.
Τι προκαλεί το λέμφωμα;
Το λέμφωμα Non-Hodgkin γίνεται πιο συχνό καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν. Σε αντίθεση με τους περισσότερους καρκίνους, τα ποσοστά του λεμφώματος Hodgkin είναι υψηλότερα μεταξύ των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων (ηλικίας 15 έως 39 ετών) και πάλι μεταξύ των ηλικιωμένων ενηλίκων (ηλικίας 75 ετών και άνω).
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό της ανοσοανεπάρκειας (HIV) διατρέχουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης λεμφώματος. Άλλοι ιοί, όπως ο Ανθρώπινος T-Λεμφοτρόπος Ιός τύπου 1 (HTLV-1) και ο ιός Epstein Barr, έχουν επίσης συνδεθεί με ορισμένα είδη λεμφώματος. Τα άτομα που εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα ιονίζουσας ακτινοβολίας έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν λέμφωμα μη-Hodgkin.
Το οικογενειακό ιστορικό έχει συνδεθεί με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης λεμφώματος Hodgkin.
Ορισμένες μελέτες υποδηλώνουν ότι συγκεκριμένα συστατικά σε ζιζανιοκτόνα και φυτοφάρμακα μπορεί να συνδέονται με το λέμφωμα, αλλά οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν πόσο χρειάζεται για να αυξηθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης λεμφώματος.Το βενζόλιο και ορισμένες γεωργικές χημικές ουσίες έχουν ενοχοποιηθεί.
Ποια είναι τα πιο συχνά συμπτώματα
- Ανεξήγητο πυρετός
- Πρήξιμο ενός ή περισσότερων λεμφαδένων, όπως στο λαιμό ή στις μασχάλες
- Πρησμένη κοιλιά
- Μη φυσιολογική εφίδρωση, ιδίως τη νύχτα
- Κόπωση
- Απώλεια όρεξης
- Μελανιές ή εύκολη αιμορραγία
- Απώλεια βάρους
- Συχνές λοιμώξεις
- Βήχας, πόνος στο στήθος ή προβλήματα στην αναπνοή
- Εξάνθημα ή κνησμός.
Τρόποι διάγνωσης
Οι εξετάσεις που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη διάγνωση του λεμφώματος περιλαμβάνουν:
- Σπινθηρογράφημα PET, το οποίο παράγει μια τρισδιάστατη έγχρωμη εικόνα για να δείξει εάν το λέμφωμα έχει εξαπλωθεί στον μυελό των οστών
- Αξονική τομογραφία: Σπινθηρογράφημα αξονικής τομογραφίας (CT) που χρησιμοποιεί υπολογιστή και ακτίνες Χ για να δημιουργήσει λεπτομερή εικόνα μιας περιοχής στο εσωτερικό του σώματος.
- Μαγνητική τομογραφία (MRI) μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού.
- Εξετάσεις αίματος: Λαμβάνονται τακτικά εάν έχετε διαγνωστεί με λέμφωμα, για να ελέγχεται πώς ο καρκίνος ή η θεραπεία του επηρεάζει τα κύτταρα του αίματος στο σώμα σας.
- Βιοψία των λεμφαδένων για την επιβεβαίωση της διάγνωσης του λεμφώματος.
- Βιοψία μυελού των οστών για να ελεγχθεί εάν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα που έχουν εξαπλωθεί στο μυελό των οστών.
Τύποι θεραπείας
Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία (ακτινοθεραπεία) και μονοκλωνικά αντισώματα. Η χειρουργική επέμβαση, η οποία μπορεί να είναι επιτυχής για την αφαίρεση των πρώιμων καρκίνων του μαστού, του εντέρου και πολλών άλλων καρκίνων, δεν λειτουργεί στο λέμφωμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτείται μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων με ισχυρή χημειοθεραπεία λίγο πριν, εάν το λέμφωμα έχει υποτροπιάσει ή εάν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα υποτροπής στο μέλλον.
Η νόσος Hodgkin, όταν είναι σε πρώιμο στάδιο, αντιμετωπίζεται με συνδυασμό χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας. Μπορεί να απαιτείται ακτινοθεραπεία για μη ανταποκρινόμενες περιοχές σε άλλες θεραπείες ή ύπαρξη όγκων.
Για τους ασθενείς με λέμφωμα μη Hodgkin, ορισμένοι μπορούν να αντιμετωπιστούν με τοπική ακτινοθεραπεία μόνο ή με ακτινοθεραπεία συν συνδυασμένη χημειοθεραπεία.
Εάν το λέμφωμα μη-Hodgkin είναι ταχέως αναπτυσσόμενο ή επιθετικό, η θεραπεία απαιτεί συνήθως την άμεση έναρξη χημειοθεραπείας. Για τη νόσο σε πρώιμο στάδιο και τα προχωρημένα στάδια με όγκους, απαιτείται συνήθως ακτινοθεραπεία διαμορφούμενης έντασης δέσμης (IMRT), η οποία στοχεύει μόνο την προσβεβλημένη περιοχή.