Ακόμα κι αν η εμμηνόπαυση είναι χρόνια ή ακόμη και δεκαετίες μακριά σας, είναι καιρός να δώσετε προσοχή. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με την αναδυόμενη επιστήμη, η εμπειρία της εμμηνόπαυσης μπορεί να είναι επιζήμια για τη μελλοντική υγεία.
Μη δημοσιευμένες μελέτες που παρουσιάστηκαν την Τετάρτη στην ετήσια συνάντηση της Εταιρείας Εμμηνόπαυσης στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ διαπίστωσαν ότι οι έντονες εξάψεις συνδέονται με αύξηση της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, η οποία είναι δείκτης μελλοντικής καρδιακής νόσου, και ενός βιοδείκτη αίματος που μπορεί να προβλέψει μεταγενέστερη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Είναι η πρώτη φορά που η επιστήμη δείχνει ότι οι εξάψεις συνδέονται με βιοδείκτες αίματος της νόσου Αλτσχάιμερ», δήλωσε η Δρ. Stephanie Faubion, διευθύντρια της Γυναικολογικής Κλινικής της Mayo Clinic και ιατρική διευθύντρια της Εταιρείας Εμμηνόπαυσης.
«Αυτό είναι ένα άλλο στοιχείο που μας λέει ότι οι εξάψεις και οι νυχτερινές εφιδρώσεις μπορεί να μην είναι τόσο ακίνδυνες όσο πιστεύαμε στο παρελθόν», είπε η Δρ. Faubion, η οποία δεν συμμετείχε στις μελέτες.
Κίνδυνος Αλτσχάιμερ
Σχεδόν 250 γυναίκες μεταξύ 45 και 67 ετών που παρουσίαζαν συμπτώματα εμμηνόπαυσης φορούσαν μια συσκευή, ώστε οι επιστήμονες να μπορούν να μετρούν την ποιότητα του ύπνου τους για τρεις νύχτες. Στις γυναίκες τοποθετήθηκαν επίσης συσκευές παρακολούθησης ιδρώτα για να καταγράφουν τις εξάψεις τους σε μια από αυτές τις νύχτες.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές έλαβαν δείγματα αίματος από τις συμμετέχουσες στη μελέτη και τις εξέτασαν για έναν συγκεκριμένο βιοδείκτη πρωτεΐνης της νόσου Αλτσχάιμερ που ονομάζεται βήτα-αμυλοειδές 42/40.
«Το βήτα-αμυλοειδές 42/40 θεωρείται δείκτης αμυλοειδών πλακών στον εγκέφαλο, οι οποίες είναι ένα από τα συστατικά της παθοφυσιολογίας της άνοιας εξαιτίας της νόσου Αλτσχάιμερ», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Δρ. Rebecca Thurston, καθηγήτρια ψυχιατρικής, επιδημιολογίας και ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh και πρόσθεσε:
«Βρήκαμε ότι οι νυχτερινές εφιδρώσεις συσχετίστηκαν με ανεπιθύμητα προφίλ βήτα-αμυλοειδούς 42/40, υποδεικνύοντας ότι οι εξάψεις που παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια του ύπνου μπορεί να είναι δείκτης των γυναικών που κινδυνεύουν από νόσο Αλτσχάιμερ».
Σύμφωνα με την ειδικό, ο βιοδείκτης δεν προσδιορίζει εάν ένα άτομο έχει κλινική νόσο Αλτσχάιμερ, παρά μόνο την πιθανότητα να αναπτύξει τη νόσο στο μέλλον.
«Με άλλα λόγια, οι εξάψεις τη νύχτα δεν προκαλούν αυτόν τον κίνδυνο. Είναι απλώς ένας δείκτης ανθρώπων που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο. Ομοίως, δεν γνωρίζουμε εάν η θεραπεία της νυχτερινής εφίδρωσης θα μείωνε τον κίνδυνο», υπογράμμισε με τη σειρά της η Δρ. Faubion.
Η μελέτη εξέτασε επίσης δύο βιοδείκτες για την πρωτεΐνη tau, το άλλο χαρακτηριστικό σημάδι της νόσου Αλτσχάιμερ, αλλά δεν βρήκε καμία συσχέτιση. «Αυτοί οι βιοδείκτες εξακολουθούν να υπόκεινται σε ταχεία ανάπτυξη και, ενώ έχουν επικυρωθεί σε αυτό το σημείο, υπάρχουν ακόμη περισσότερα που πρέπει να μάθουμε», σημείωσε η Δρ. Thurston.
Λόγω των αντικειμενικών μετρήσεων του ύπνου, οι ερευνητές μπόρεσαν να αποκλείσουν τον ρόλο του κακού ύπνου, ενός πολύ γνωστού παράγοντα κινδύνου για άνοια, στα ευρήματα. Προηγούμενη έρευνα που έλεγχε επίσης τον ύπνο βρήκε ότι οι εξάψεις και οι νυχτερινές εφιδρώσεις συνδέονταν με κακή απόδοση μνήμης και αλλαγές στη δομή του εγκεφάλου, τη λειτουργία και τη συνδεσιμότητα.
«Όλα τα ευρήματα συγκλίνουν για να υπογραμμίσουν ότι υπάρχει κάτι σχετικά με αυτά τα νυχτερινά αγγειοκινητικά συμπτώματα, εκτός από τον ίδιο τον ύπνο, που επηρεάζει τον εγκέφαλο», κατέληξαν οι συγγραφείς.
Πώς σχετίζονται οι εξάψεις με τις καρδιακές παθήσεις
Μια άλλη μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο από την ομάδα της Δρ. Thurston εξέτασε τους φλεγμονώδεις δείκτες για καρδιακές παθήσεις. Προηγούμενη έρευνα από τους επιστήμονες βρήκε ότι οι γυναίκες που είχαν συχνές ή επίμονες εξάψεις κατά την πρώιμη εμμηνόπαυση είχαν 50% έως 80% αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων όπως καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό και καρδιακή ανεπάρκεια.
Οι συχνές μέτριες έως σοβαρές εξάψεις μπορεί να διαρκέσουν επτά έως 10 χρόνια, κατά μέσο όρο, και οι λιγότερο συχνές ή σοβαρές εξάψεις μπορεί να διαρκέσουν ακόμη περισσότερο, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Σε αυτή τη νέα έρευνα, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν συσκευές παρακολούθησης ιδρώτα σε 276 γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη MSHeart για να μετρήσουν τη συχνότητα και την ένταση των εξάψεων πιο αντικειμενικά κατά τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.
Οι ερευνητές συνέκριναν τη συχνότητα και την ένταση των εξάψεων με μετρήσεις αίματος της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, μιας πρωτεΐνης που υποδεικνύει επίπεδα φλεγμονής στο σώμα και χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του κινδύνου για καρδιακή νόσο και εγκεφαλικό σε άτομα που δεν έχουν καρδιακή νόσο.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εξάψεις κατά τη διάρκεια της ημέρας συσχετίστηκαν με υψηλότερα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, ακόμη και μετά από προσαρμογή για άλλες πιθανές αιτίες όπως η ηλικία, ο δείκτης μάζας σώματος, η εκπαίδευση, η εθνικότητα, η ορμόνη οιστραδιόλη και η φυλή.
«Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που εξετάζει φυσιολογικά μετρούμενες εξάψεις σε σχέση με τη φλεγμονή και προσθέτει στοιχεία σε ένα αυξανόμενο σώμα βιβλιογραφίας που υποδηλώνουν ότι οι εξάψεις μπορεί να υποδεικνύον υποκείμενο αγγειακό κίνδυνο», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας Mary Carson, διδακτορική φοιτήτρια κλινικής και βιο-υγείας στο τμήμα ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Pittsburgh.
Τι μπορείτε να κάνετε
Δεδομένου ότι οι καρδιακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θανάτου για τις γυναίκες στον κόσμο, οι γιατροί θα πρέπει να αρχίσουν να ρωτούν τις ασθενείς για τις εμπειρίες τους με τις εξάψεις ως παράγοντα κινδύνου για μελλοντική ασθένεια. «Οι γυναίκες που έχουν νυχτερινές εφιδρώσεις, μπορεί να χρειαστεί να αξιολογήσουν τον καρδιαγγειακό τους κίνδυνο γενικά», είπε η Δρ. Faubion και κατέληξε:
«Όσον αφορά το τι πρέπει να κάνετε, οι συστάσεις είναι ίδιες με αυτές για την υγεία της καρδιάς και του εγκεφάλου: καλύτερος ύπνος, σωστή διατροφή, τακτικό πρόγραμμα άσκησης, μείωση του στρες, κοινωνική διασύνδεση και ενασχόληση με πράγματα που διεγείρουν τον εγκέφαλό σας».