Η καρδιαγγειακή νόσος στις γυναίκες έχει υψηλότερη θνητότητα απ’ ό,τι στους άνδρες, τονίζει η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία (ΕΚΕ).
Η αντίληψη ότι οι γυναίκες αποτελούν έναν πληθυσμό χαμηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, έχει αναθεωρηθεί, καθώς η καρδιαγγειακή νόσος στις γυναίκες έχει υψηλότερη θνητότητα απ’ ό,τι στους άνδρες, ενώ περίπου το 50% των γυναικών στην αναπαραγωγική ηλικία, έχουν ήδη κακή καρδιαγγειακή υγεία.
Η ανάγκη για μεγαλύτερη εγρήγορση και ενημέρωση για τη σημασία της πρόληψης, διάγνωσης και θεραπείας, των απειλητικών για την ζωή καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου, είναι απαραίτητη.
Ο Πρόεδρος της ΕΚΕ, Καθηγητής Καρδιολογίας Γιώργος Κοχιαδάκης, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας, (8 Μαρτίου), αναφέρει: «Oι καρδιαγγειακές νόσοι στις γυναίκες υποδιαγιγνώσκονται και υποθεραπεύονται τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως. Σε ένα σημαντικό ποσοστό, τόσο οι ίδιες οι γυναίκες όσο και οι ιατροί, υποεκτιμούν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στις γυναίκες».
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία -με κύριο στόχο να ευαισθητοποιήσει και να αναδείξει τη σημασία της πρόληψης, της φροντίδας και της βελτίωσης της υγείας των γυναικών- καταγράφει κρίσιμα θέματα υγείας που αφορούν συνολικά την Καρδιαγγειακή Υγεία της Γυναίκας από την παιδική της ηλικία έως την εμμηνόπαυση.
Παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στη γυναίκα
H Καρδιαγγειακή υγεία μπορεί να γίνει βέλτιστη με την επικέντρωση στις υπάρχουσες ιδιαιτερότητες του φύλου σχετικά με τους κύριους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως:
- αρτηριακή υπέρταση
- σακχαρώδης διαβήτης
- μεταβολικό σύνδρομο
- οικογενής δυσλιπιδαιμία
- κακή διατροφή
- έλλειψη άσκησης
- καθιστική ζωή
- κάπνισμα
- παχυσαρκία
- ψυχοκοινωνικοί παράγοντες
- οικογενειακό ιστορικό για καρδιαγγειακή νόσο
Μοναδικοί παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου για τις γυναίκες σε νεαρή ηλικία -όπως ιδιαίτερες συνθήκες κατά την κύηση (αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, ανεπιθύμητη έκβαση), ορμονικοί παράγοντες (λήψης αντισυλληπτικών φαρμάκων, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρόωρη εμμηνόπαυση), καρδιοτοξική χημειοθεραπευτική αγωγή ή ακτινοθεραπεία και ανοσολογικά νοσήματα (πιο συχνά στις γυναίκες-ερυθηματώδης λύκος, ρευματοειδής αρθρίτις)- αυξάνουν τον μελλοντικό καρδιαγγειακό κίνδυνο και χρήζουν ιδιαίτερης φροντίδας και αντιμετώπισης στις νέες γυναίκες.
Τροποποίηση του τρόπου ζωής με διακοπή καπνίσματος, συστηματική άσκηση, αποφυγή καθιστικής ζωής, διατήρηση του ιδανικού βάρους του σώματος, υγιεινός τρόπος διατροφής, μέτρια πρόσληψη αλκοόλ και άλατος, είναι απαραίτητα για την πρωτογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών συμβαμάτων από την νεαρή ηλικία γυναικών.
Κύρια συμπτώματα του εμφράγματος στην γυναίκα
Τα συχνότερα συμπτώματα του εμφράγματος δεν διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών. Αυτά είναι έντονος πόνος ή δυσφορία στο στήθος αλλά συχνά περιγράφονται και ως σφίξιμο, κάψιμο ή πίεση βαθιά πίσω από το στέρνο.
Συχνά ο πόνος αυτός επεκτείνεται στον λαιμό, την κάτω γνάθο, τους ώμους, τους βραχίονες και τους αγκώνες όπου αποτελεί μια πολύ χαρακτηριστική αντανάκλαση.
Κάποιες φορές ο πόνος επεκτείνεται ή και εντοπίζεται στην περιοχή του στομάχου και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην ξεγελαστούμε θεωρώντας τον πόνο αυτό έλκος ή γαστρίτιδα.
Ο πόνος του εμφράγματος συνήθως συνδυάζεται με αίσθημα αδυναμίας, ωχρότητα, ναυτία και έντονη εφίδρωση. Στις γυναίκες ιδιαίτερα, το έμφραγμα εμφανίζεται κάποιες φορές με διαφορετικά από τα παραπάνω συμπτώματα. Έτσι μπορεί να εμφανίσουν ζάλη, δυσκολία στην αναπνοή, έμετο, λιποθυμία, αίσθημα κόπωσης ή ακόμα και αϋπνία. Αυτό οδηγεί πολλές φορές σε υποεκτίμηση της σοβαρότητας της κατάστασης τους.
Οι γυναίκες θα πρέπει να αναζητούν άμεσα ιατρική βοήθεια εφόσον νιώσουν τα παραπάνω συμπτώματα, να γνωρίζουν και να ‘’ακούν’’ το σώμα τους, να είναι ενημερωμένες για το κληρονομικό ιστορικό από την οικογένειά τους και ταυτόχρονα να μην αμελούν τακτικό έλεγχο των παραγόντων κινδύνου για έμφραγμα που προαναφέρθηκαν.
Οι γυναίκες θεωρούνται ευάλωτη ομάδα για την καρδιαγγειακή τους υγεία
Εξαιτίας της ευρέως διαδεδομένης άποψης ότι οι γυναίκες προστατεύονται από τα οιστρογόνα μέχρι την εμμηνόπαυση, πολλές νεότερες γυναίκες θεωρούν λανθασμένα ότι είναι άτρωτες και ότι δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζουν και να περιορίζουν τους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές νόσους.
Όσον αφορά στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα οι γυναίκες συχνά μπορεί να παρουσιάσουν διαφορετικά, μη τυπικά συμπτώματα σε σύγκριση με τους άνδρες. Δηλαδή, αντί του τυπικού θωρακικού-οπισθοστερνικού άλγους μπορεί να εμφανίσουν δύσπνοια, ναυτία, έμετο και άτυπο άλγος (π.χ. στην πλάτη ή το επιγάστριο) με αποτέλεσμα την υποδιάγνωση των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων στις γυναίκες και την μη παροχή ή καθυστέρηση εφαρμογής της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής ή/και επεμβατικής αντιμετώπισης.
Επίσης και στις χρόνιες καρδιαγγειακές νόσους οι γυναίκες λαμβάνουν σε χαμηλότερο ποσοστό θεραπεία σύμφωνη με τις κατευθυντήριες οδηγίες, σε σύγκριση με τους άνδρες. Επιπλέον δεν λαμβάνονται υπόψη οι σχετιζόμενοι με το φύλο παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου.
Η πρόωρη εμμηνόπαυση, ο διαβήτης και η υπέρταση κύησης, το ιστορικό πρόωρου τοκετού, το ιστορικό αποβολής, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, το ιστορικό υστερεκτομής, η αυξημένη συχνότητα αυτοάνοσων νόσων στις γυναίκες αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Ωστόσο, μόλις πρόσφατα έχει αρχίσει η ευαισθητοποίηση της ιατρικής κοινότητας σχετικά με αυτούς τους ειδικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στις γυναίκες.
Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στην Κολπική Μαρμαρυγή
Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί ένα συνεχώς διογκούμενο πρόβλημα διεθνώς, αυξάνοντας το κόστος της νοσηλείας αλλά και της αποκατάστασης των ασθενών. Τελευταία τονίζονται ιδιαίτερα οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην επίπτωση, την αντιμετώπιση και την πρόγνωση. Σε ασθενείς ηλικίας >75 ετών η επίπτωση της κολπικής μαρμαρυγής είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες.
Οι γυναίκες με κολπική μαρμαρυγή έχουν πιο συχνά βαλβιδοπάθεια, στεφανιαία νόσο, και γενικά πιο πολλές συνοσηρότητες. Επιπλέον διαθέτουν πιο αυξημένο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και θάνατο συγκριτικά με τους άνδρες.
Η Καρδιακή Ανεπάρκεια στις γυναίκες
Η καρδιακή ανεπάρκεια (ΚΑ) είναι μια πολύ συχνή, χρόνια πάθηση που αντιμετωπίζεται με ιατρική βοήθεια. Στην ΚΑ, η καρδιά δεν μπορεί να παρέχει στο σώμα το αίμα που απαιτείται για να λειτουργήσει σωστά, κύρια γιατί ο μυς της καρδιάς «αδυνατίζει», νεκρώνεται ή «σκληραίνει». Αποτέλεσμα είναι να εμφανιστούν δύσπνοια, εύκολη κούραση και κατακράτηση υγρών (πόδια, κοιλιά, πνεύμονες).
Οι ασθενείς με ΚΑ υπολογίζονται στο 1-2% του πληθυσμού παγκόσμια, παρουσιάζουν δραματική αύξηση τα τελευταία χρόνια, και περίπου το 50% αυτών είναι γυναίκες. Όπως και με άλλες καρδιοπάθειες, τα αίτια της ΚΑ διαφέρουν μεταξύ γυναικών και ανδρών. Καταστάσεις που σχετίζονται με μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης ΚΑ στις γυναίκες είναι:
- Αρτηριακή Υπέρταση
- Σακχαρώδης Διαβήτης
- Κολπική Μαρμαρυγή (η πιο συχνή αρρυθμία σε άτομα >60 ετών
- Βαλβιδοπάθειες
- Παχυσαρκία
- Καρδιοτοξικότητα θεραπειών για καρκίνο μαστού
Αντίθετα η στεφανιαία νόσος είναι συχνότερο αίτιο ΚΑ στους άνδρες, παρότι οι γυναίκες που παθαίνουν έμφραγμα μυοκαρδίου έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για ΚΑ και άλλα καρδιαγγειακά επεισόδια από ό,τι οι άνδρες. Επιπλέον, η ΚΑ επηρεάζει διαφορετικά τα δύο φύλα. Οι γυναίκες παρουσιάζουν ΚΑ σε μεγαλύτερη ηλικία (συνήθως >65 ετών), ενώ εμφανίζουν έναν ιδιαίτερο τύπο ΚΑ, στον οποίο η καρδιά έχει σχετικά καλή σύσπαση (δύναμη να στείλει αίμα στα όργανα), αλλά έχει ‘σκληρύνει’ και δεν μπορεί να ‘χαλαρώσει’ καλά για να γεμίσει με ικανή ποσότητα αίματος.
Ο τύπος αυτός ΚΑ (με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης) είναι πιο δύσκολο να διαγνωσθεί και να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά. Οι γυναίκες με ΚΑ έχουν πολύ περισσότερα συμπτώματα, λιγότερη αντοχή στην κούραση, νοσηλεύονται συχνότερα και έχουν συχνότερα κατάθλιψη. Αισιόδοξο είναι ότι οι γυναίκες ζουν λίγο περισσότερο και ανταποκρίνονται λίγο καλύτερα σε ορισμένες θεραπείες, ενώ τα περισσότερα από τα αίτια που τους προκαλούν ΚΑ, μπορούν σε μεγάλο βαθμό να προληφθούν.
Πολυκυστικές ωοθήκες και καρδιαγγειακός κίνδυνος
Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι από τις πιο συχνές ενδοκρινολογικές διαταραχές στις γυναίκες του οποίου η επίπτωση αυξάνει σταδιακά.
Τα τελευταία χρόνια η νόσος αυτή βρίσκεται στο μικροσκόπιο των ερευνητών όσον αφορά τη συσχέτιση της με καρδιαγγειακά νοσήματα.
Παρόλο που οι κλινικές μελέτες δεν είναι ξεκάθαρες και σε πολλές τα αποτελέσματα δεν συμφωνούν απόλυτα, θεωρείται ότι οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν άτομα αυξημένου κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα και να τροποποιούνται νωρίς και επιθετικά οι συνυπάρχοντες παράγοντες κινδύνου.
Γυναίκα και εγκυμοσύνη
Η περίοδος της κύησης είναι μια περίοδος γεμάτη χαρά και προσδοκία για την μελλοντική μητέρα. Υπάρχουν όμως κάποιες πληροφορίες απαραίτητες για τη φροντίδα της μητέρας, που τα τελευταία χρόνια είναι όλο και συχνότερα μεγαλύτερη σε ηλικία.
Το πιο σημαντικό είναι η ενημέρωση όλων των γυναικών που έχουν ιστορικό οποιασδήποτε καρδιαγγειακής νόσου, είτε συγγενούς είτε επίκτητης, πριν αποφασίσουν την εγκυμοσύνη να μιλήσουν με τον καρδιολόγο τους ο οποίος είτε θα τις παραπέμψει για περαιτέρω διερεύνηση είτε θα δώσει το πράσινο φως για την μελλοντική εγκυμοσύνη. Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες που έχουν προδιαθεσικούς παράγοντες για καρδιαγγειακή νόσο όπως αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, αυξημένη χοληστερόλη, κάπνισμα και οικογενειακό ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου.
Κατά τη διάρκεια της κύησης οι επιπλοκές που μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και σε γυναίκες χωρίς προηγούμενο καρδιολογικό ιστορικό είναι: Υπέρταση κύησης, σακχαρώδης διαβήτης κύησης, προεκλαμψία/εκλαμψία, ελλιποβαρές νεογνό, καθυστερημένη ενδομήτρια ανάπτυξη του νεογνού και τέλος θνησιγενές νεογνό.
Όλες οι παραπάνω επιπλοκές αντανακλούν την αδυναμία των αγγείων του πλακούντα να ανταπεξέλθουν στην εγκυμοσύνη και αποτελούν σήμα κινδύνου για την μελλοντική καρδιαγγειακή υγεία της γυναίκας.
Πρόωρη εμμηνόπαυση και καρδιαγγειακός κίνδυνος
Οι γυναίκες σε πρώιμη εμμηνόπαυση έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα και εγκεφαλικό επεισόδιο, λόγω της απώλειας της θετικής δράσης των οιστρογόνων.
Πρώιμη είναι η εμμηνόπαυση που συμβαίνει πριν την ηλικία των 40 και αφορά το 1% των γυναικών. Η θεραπεία υποκατάστασης ορμονών δεν επιδεινώνει τον κίνδυνο καρδιοαγγειακής νόσου όταν ξεκινά πριν τα 60 έτη και 10 χρόνια από την εμμηνόπαυση.