Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου ανακάλυψαν δύο νέα γονίδια που κάνουν τους ασθενείς με καρκίνο στον εγκέφαλο και το λαιμό να αναπτύσσουν αντίσταση στη χημειοθεραπεία. Διαπίστωσαν ακόμη ότι η σίγαση οποιουδήποτε από τα δύο αυτά γονίδια μπορεί να κάνει τα καρκινικά κύτταρα που προηγουμένως δεν ανταποκρίνονταν στη χημειοθεραπεία, να ανταποκριθούν.
Τα δύο γονίδια που ανακαλύφθηκαν λειτουργούν ενεργά στους περισσότερους τύπους ανθρώπινου καρκίνου, πράγμα που σημαίνει ότι τα ευρήματα θα μπορούσαν ενδεχομένως να επεκταθούν και σε άλλους καρκίνους με αυξημένα επίπεδα γονιδίων.
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης μια χημική βιβλιοθήκη, που χρησιμοποιείται συνήθως για την ανακάλυψη φαρμάκων, και βρήκαν δύο ουσίες που θα μπορούσαν να στοχεύσουν συγκεκριμένα τα δύο γονίδια και να κάνουν τα ανθεκτικά καρκινικά κύτταρα σχεδόν 30 φορές πιο ευαίσθητα σε ένα κοινό φάρμακο χημειοθεραπείας, που ονομάζεται σισπλατίνη.
Οι ουσίες το πετυχαίνουν αυτό μειώνοντας τα επίπεδα των δύο γονιδίων και θα μπορούσαν να χορηγηθούν παράλληλα με την υπάρχουσα χημειοθεραπεία με σισπλατίνη. Μία από αυτές τις ουσίες είναι μια μυκητιασική τοξίνη –η Sirodesmin A– ενώ η άλλη –η Carfilzomib– προέρχεται από ένα βακτήριο.
Αυτό δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν φάρμακα που ήδη κυκλοφορούν και μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν για να στοχεύσουν νέες αιτίες ασθενειών, τα οποία μπορεί να είναι φθηνότερα από την ανάπτυξη και παραγωγή νέων.
Πολλά υποσχόμενο βήμα για καλύτερο ποσοστό επιβίωσης και θεραπευτικό αποτέλεσμα της χημειοθεραπείας
Η έρευνα, με επικεφαλής τους επιστήμονες από το Queen Mary δημοσιεύτηκε στο Molecular Cancer. Είναι η πρώτη απόδειξη ότι τα γονίδια NEK2 και INHBA που προκαλούν αντίσταση στη χημειοθεραπεία στο ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα κεφαλής και τραχήλου (HNSCC) και ότι η γονιδιακή σίγαση οποιουδήποτε από αυτά ανατρέπει τη χημειοανθεκτικότητα σε πολλαπλά φάρμακα.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν αρχικά μια μέθοδο για να εντοπίσουν γονίδια που πιθανόν επηρεάζουν την ανταπόκριση του όγκου στη φαρμακευτική θεραπεία.
Εξέτασαν 28 γονίδια σε 12 στελέχη ανθεκτικών στη χημειοθεραπεία κυτταρικών σειρών καρκίνου, βρίσκοντας 4 «σημαντικά» γονίδια που ανταποκρίνονταν περισσότερο, τα οποία στη συνέχεια διερεύνησαν περαιτέρω εξετάζοντας την αντοχή τους σε πολλά φάρμακα.
«Αυτά τα αποτελέσματα είναι ένα πολλά υποσχόμενο βήμα για τους καρκινοπαθείς, ώστε στο μέλλον να λαμβάνουν εξατομικευμένη θεραπεία με βάση τα γονίδια και τον τύπο του όγκου τους που θα τους δίνει καλύτερο ποσοστό επιβίωσης και καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα», δήλωσε ο Δρ. Muy-Teck Teh, ανώτερος συγγραφέας της μελέτης και συνέχισε:
«Δυστυχώς, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν ανταποκρίνονται στη χημειοθεραπεία ή την ακτινοβολία. Αλλά η μελέτη μας έδειξε ότι στους καρκίνους κεφαλής και τραχήλου τουλάχιστον αυτά τα δύο συγκεκριμένα γονίδια θα μπορούσαν να βρίσκονται πίσω από την αντίσταση στη χημειοθεραπεία, τα οποία στη συνέχεια μπορούν να στοχευθούν για την καταπολέμησή της».
Σε αντίθεση με τους ασθενείς με καρκίνο του πνεύμονα και του μαστού, όλοι οι ασθενείς με ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα κεφαλής τραχήλου αντιμετωπίζονται με σχεδόν τους ίδιους συνδυασμούς θεραπείας, ανεξάρτητα από τη γενετική σύσταση του καρκίνου τους.