Μια μελέτη δειγμάτων αίματος που είχαν καταψυχθεί ανακάλυψε ένα πλήθος πρωτεϊνών που μπορεί να προβλέψουν διάφορες μορφές άνοιας πάνω από 10 χρόνια πριν από τη διάγνωση της νόσου, υποστηρίζουν ερευνητές από το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Aging, αποτελεί μέρος της συνεχιζόμενης έρευνας από πολλές ερευνητικές ομάδες για τον εντοπισμό ασθενών που διατρέχουν κίνδυνο άνοιας χρησιμοποιώντας μια απλή εξέταση αίματος, μια πρόοδος που πολλοί επιστήμονες πιστεύουν ότι θα επιταχύνει την ανάπτυξη νέων θεραπειών.
Επί του παρόντος, οι σαρώσεις μέσω τομογραφίας του εγκεφάλου μπορούν να ανιχνεύσουν μη φυσιολογικά επίπεδα μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται βήτα αμυλοειδές πολλά χρόνια πριν εμφανιστεί η νόσος Alzheimer, αλλά οι εξετάσεις είναι δαπανηρές και συχνά δεν καλύπτονται από ασφάλιση.
«Βάσει αυτής της μελέτης, φαίνεται πιθανό ότι θα αναπτυχθούν αιματολογικές εξετάσεις που θα μπορούν να προβλέψουν τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας τα επόμενα 10 χρόνια, αν και τα άτομα με υψηλότερο κίνδυνο συχνά δυσκολεύονται να γνωρίζουν πώς να ανταποκριθούν», δήλωσε η Δρ. Σούζαν Σίντλερ, ερευνήτρια Αλτσχάιμερ στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις, η οποία δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Ο συγγραφέας της μελέτης Jian-Feng Feng του Πανεπιστημίου Fudan στη Σαγκάη είπε ότι τέτοια τεστ είναι σημαντικά σε γηρασμένους πληθυσμούς, όπως η Κίνα, και σημείωσε ότι βρίσκεται σε συζητήσεις για πιθανή εμπορική ανάπτυξη ενός τεστ αίματος με βάση την έρευνά τους.
Στη μελέτη, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Warwick και το Πανεπιστήμιο Fudan μελέτησαν 52.645 δείγματα αίματος από το ερευνητικό αποθετήριο Biobank του Ηνωμένου Βασιλείου, που συλλέχθηκαν μεταξύ 2006 και 2010 από άτομα που δεν είχαν σημάδια άνοιας εκείνη την εποχή.
Από αυτούς, 1.417 άτομα ανέπτυξαν τελικά νόσο Αλτσχάιμερ, αγγειακή άνοια ή άνοια από οποιαδήποτε αιτία. Οι ερευνητές μελέτησαν πρωτεΐνες κοινές σε αυτά τα άτομα και βρήκαν 1.463 πρωτεΐνες που σχετίζονται με την άνοια και τις κατέταξαν ανάλογα με το πόσο πιθανό ήταν να προβλέψουν την νόσο.
Διαπίστωσαν ότι τα άτομα των οποίων το αίμα έφερε υψηλότερα επίπεδα των πρωτεϊνών GFAP, NEFL, GDF15 και LTBP2 είχαν σταθερά περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ, αγγειακή άνοια ή άνοια από οποιαδήποτε αιτία. Τα άτομα με αυξημένα επίπεδα GFAP είχαν 2,32 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν άνοια, επιβεβαιώνοντας τα ευρήματα από μικρότερες μελέτες που είχαν επισημάνει τη συμβολή αυτής της πρωτεΐνης.
«Αυτή η μελέτη δεν περιλάμβανε κλινικά διαθέσιμες εξετάσεις αίματος για τη νόσο Αλτσχάιμερ, οι οποίες πιθανότατα θα προέβλεπαν ακόμη καλύτερα την ανάπτυξη άνοιας λόγω της συγκεκριμένης νόσου», είπε.