Παιδική παχυσαρκία: Ποιο είναι το κλειδί για τη θεραπεία;

παιδική παχυσαρκία και οικογένεια

Η παχυσαρκία γίνεται οικογενειακή υπόθεση, όταν το παιδί αντιμετωπίζει πρόβλημα βάρους και πρέπει άμεσα να χάσει κιλά.

 

Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν ερευνητές  από το Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο, οι οποίοι στηρίχτηκαν σε κλινική μελέτη οικογενειών, στο πλαίσιο της έρευνας για τη θεραπεία της παιδικής παχυσαρκίας.

Πρόκειται για μία πολυκεντρική μελέτη που διεξήχθη σε τέσσερις πόλεις των ΗΠΑ και αφορούσε παιδιά ηλικίας 6-12 ετών.

Η μελέτη οποία δημοσιεύθηκε στο Journal of the American Medical Association (JAMA), έδειξε ότι η θεραπεία της παχυσαρκίας με την ενεργό συμμετοχή της οικογένειας, εμφανίζει βελτιωμένα αποτελέσματα απώλειας βάρους για το παιδί και τον γονέα που έλαβαν θεραπεία, και επεκτείνεται ακόμη και στα αδέρφια που δεν έλαβαν θεραπεία.

“Αυτή η έρευνα δείχνει ότι η θεραπευτική αυτή προσέγγιση, επεκτείνεται πέρα από τον γονέα και το παιδί και ενδεχομένως κάνει  όλη την οικογένεια πιο υγιή”, λέει ο Ντέιβιντ Γκοφ, διευθυντής του Τμήματος Καρδιαγγειακών Επιστημών του NHLBI. “Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι αυτή η μελέτη απώλειας βάρους εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, όταν ενήλικοι  και παιδιά πήραν βάρος”.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι τριπλάσιος αριθμός παιδιών στην ομάδα θεραπείας (27%) από ό,τι στην ομάδα συνήθους φροντίδας (9%) είχαν κλινικά σημαντική μείωση του μέσου δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) που σχετίζεται με βελτιωμένες καρδιομεταβολικές μεταβολές, όπως η αρτηριακή πίεση, τα λιπίδια και η ρύθμιση της γλυκόζης.

Ο ρόλος της οικογένειας

“Η μελέτη μας είναι η πρώτη που δοκιμάζει τη θεραπεία με βάση την οικογένεια στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας για παιδιά ηλικίας 6-12 ετών και λειτούργησε για όλα τα οικογενειακά μέλη που δεν έλαβαν θεραπεία”, λέει ο Leonard H. Epstein, Ph.D., επικεφαλής του τμήματος συμπεριφορικής ιατρικής στο Τμήμα Παιδιατρικής της Ιατρικής Σχολής Jacobs της Ιατρικής και Βιοϊατρικών Επιστημών στο Ηνωμένο Βασίλειο.

“Η επιτυχία αυτής της νέας θεραπευτκής προσέγγισης της παιδικής παχυσαρκίας, την οποία ανέπτυξαν ο Dr. Epstein και οι συνεργάτες του, συμβάλλει στη διασφάλιση της υγείας αυτών των παιδιών”, λέει η Allison Brashear, MD, αντιπρόεδρος για τις επιστήμες υγείας και κοσμήτορας της Σχολής Jacobs. “Δεν θα τα επηρεάσει μόνο σήμερα, αλλά και στο μέλλον, καθώς θα υιοθετήσουν υγιεινές πρακτικές για το υπόλοιπο της ζωής τους”.

Η τρέχουσα μελέτη βασίζεται σε πολυετή εργασία, η οποία συμπεριέλαβε αποτελέσματα από προηγούμενη έρευνα με επικεφαλής την Teresa Quattrin, MD, διακεκριμένη καθηγήτρια του UB στο Τμήμα Παιδιατρικής.

Η παχυσαρκία επηρεάζει τον εγκέφαλο

Νέα μελέτη συμπεραίνει ότι η παχυσαρκία μπορεί να βλάψει την ικανότητα του εγκεφάλου να αναγνωρίζει την αίσθηση της πληρότητας και να είναι ικανοποιημένος μετά την κατανάλωση λιπών και σακχάρων.

Αυτές οι αλλαγές στον εγκέφαλο μπορεί να διαρκέσουν ακόμη και όταν τα άτομα που θεωρούνται παχύσαρκα χάσουν ένα σημαντικό ποσό βάρους, γεγονός που εξηγεί γιατί πολλοί άνθρωποι συχνά ανακτούν τα κιλά που χάνουν.

«Αυτή η μελέτη καταγράφει γιατί η παχυσαρκία είναι ασθένεια – υπάρχουν πραγματικές αλλαγές στον εγκέφαλο» δήλωσε η Δρ. Caroline Apovian, καθηγήτρια ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και συνδιευθύντρια του Κέντρου Διαχείρισης Βάρους και Ευεξίας στο Brigham and Women’s Hospital στη Βοστώνη.

Όπως ορίζεται ιατρικά, τα άτομα με παχυσαρκία έχουν δείκτη μάζας σώματος ή ΔΜΣ πάνω από 30, ενώ το φυσιολογικό βάρος είναι ΔΜΣ μεταξύ 18 και 25.

Τα συμπεράσματα της μελέτης

Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Nature Metabolism, ήταν μια ελεγχόμενη κλινική δοκιμή στην οποία 30 άτομα που θεωρήθηκαν ιατρικά παχύσαρκα και 30 άτομα κανονικού βάρους έλαβαν γλυκόζη, λίπη ή νερό. Κάθε ομάδα θρεπτικών συστατικών τροφοδοτήθηκε απευθείας στο στομάχι μέσω ενός σωλήνα σίτισης σε ξεχωριστές ημέρες.

Οι ερευνητές επεδίωκαν να παρακάμψουν το στόμα και να επικεντρωθούν στη σύνδεση εντέρου-εγκεφάλου, για να δουν πώς τα θρεπτικά συστατικά επηρεάζουν τον εγκέφαλο ανεξάρτητα από το να βλέπει, να μυρίζει ή να γεύεται φαγητό». Καθώς είτε τα σάκχαρα είτε τα λίπη εισέρχονταν στο στομάχι μέσω του σωλήνα, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) και υπολογιστική τομογραφία εκπομπής ενός φωτονίου (SPECT) για να καταγράψουν την απόκριση του εγκεφάλου σε διάστημα 30 λεπτών.

Σε άτομα με φυσιολογικό βάρος, η μελέτη διαπίστωσε ότι τα σήματα του εγκεφάλου στο ραβδωτό σώμα επιβραδύνθηκαν όταν είτε τα σάκχαρα είτε τα λίπη εισήχθησαν στο πεπτικό σύστημα – απόδειξη ότι ο εγκέφαλος αναγνώριζε ότι το σώμα είχε τραφεί. Ταυτόχρονα, τα επίπεδα ντοπαμίνης αυξήθηκαν σε όσους είχαν φυσιολογικό βάρος, σηματοδοτώντας ότι ενεργοποιήθηκαν και τα κέντρα ανταμοιβής του εγκεφάλου.

Ωστόσο, όταν τα ίδια θρεπτικά συστατικά χορηγήθηκαν σε άτομα που θεωρούνταν ιατρικά παχύσαρκα, η εγκεφαλική δραστηριότητα δεν επιβραδύνθηκε και τα επίπεδα ντοπαμίνης δεν αυξήθηκαν.

Σοφία Λαλιωτίτη
Σοφία Λαλιωτίτη

Η Σοφία Λαλιωτίτη έχει καλύψει το ιατρικό ρεπορτάζ σε έντυπα μέσα και έχει συνεργαστεί με ιστοσελίδες. Πιστεύει ότι ο ρόλος του δημοσιογράφου, στη σύγχρονη εποχή με τα social media, δεν είναι να "προσανατολίζει" και να “προτείνει συμπεράσματα”, αλλά να παρακινεί τους αναγνώστες να μάθουν περισσότερα από τις ίδιες του τις πηγές, ειδήσεων και γνώσεων. Κατά κάποιον τρόπο ο σημερινός δημοσιογράφος ελάχιστα διαφέρει από μία μηχανή αναζήτησης.

Scroll to Top