Σχεδόν οι μισές γυναίκες δέχονται πιέσεις στον εργασιακό χώρο και την προσωπική τους ζωή, ανησυχούν για την ασφάλεια τους και εργάζονται με σωματικό πόνο.
Για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά εκπονείται η έκθεση της Deloitte Women @ Work: A Global Outlook, στην οποία φέτος συμμετέχουν 5.000 γυναίκες από 10 χώρες, και στην οποία διερευνώνται ορισμένοι από τους κρίσιμους εργασιακούς και κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη σταδιοδρομία των γυναικών.
Σύμφωνα με την έκθεση, τα αυξανόμενα επίπεδα άγχους και η κακή ψυχική υγεία εξακολουθούν να υπάρχουν.
Λιγότερες γυναίκες αναφέρουν ότι αισθάνονται ότι υποστηρίζονται από τους εργοδότες τους για να εξισορροπήσουν τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις με τις υποχρεώσεις τους εκτός εργασίας – μια τάση που οδηγεί ορισμένες γυναίκες στην αλλαγή εργοδότη. Παρότι οι γυναίκες που εργάζονται με υβριδικό μοντέλο περιγράφουν μια καλύτερη εμπειρία φέτος σε σχέση με πέρυσι, αρκετές που κλήθηκαν πρόσφατα να επιστρέψουν στο γραφείο, δήλωσαν ότι αυτό είχε αρνητικές συνέπειες στην ψυχική τους υγεία και την παραγωγικότητά τους.
Φέτος, η έκθεση διερευνά περαιτέρω τη σωματική υγεία των γυναικών, αποκαλύπτοντας ότι ένας εντυπωσιακός αριθμός εργάζεται με πόνο ή συμπτώματα που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση, την εμμηνόπαυση και τη γονιμότητα.
Αποκαλύπτει επίσης ανησυχητικά στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ασφάλεια και μη συμπεριληπτικές συμπεριφορές στον εργασιακό χώρο.
«Παρά τη σχετική βελτίωση συγκριτικά με πέρυσι, η έρευνά μας καταγράφει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν αυξανόμενες πιέσεις στον εργασιακό χώρο, την προσωπική τους ζωή και τις κοινότητές τους», λέει η Emma Codd, Chief Diversity, Equity, and Inclusion Officer της Deloitte Global.
«Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι γυναίκες αισθάνονται ότι τα δικαιώματά τους υποχωρούν, βιώνουν αυξημένο άγχος και αναλαμβάνουν την πλειονότητα των εργασιών του σπιτιού. Παράλληλα, βιώνουν συμπεριφορές αποκλεισμού στην εργασία τους, ανησυχούν για την ασφάλειά τους και αισθάνονται ανίκανες να μοιραστούν δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και που άπτονται της γυναικείας φύσης. Αυτή είναι μια κατάσταση που πρέπει να αλλάξει – και οι εργοδότες πρέπει να το υποστηρίξουν».
Το άγχος και οι πολλές ώρες εργασίας επιβαρύνουν περισσότερο την ψυχική υγεία των γυναικών
Οι μισές γυναίκες δηλώνουν ότι τα επίπεδα άγχους τους είναι υψηλότερα από ό,τι ήταν πριν από ένα χρόνο, ενώ αντίστοιχος αριθμός γυναικών δηλώνει ότι ανησυχεί ή ανησυχεί πολύ για την ψυχική του υγεία.
Η ψυχική υγεία αποτελεί την τρίτη κορυφαία ανησυχία για τις γυναίκες παγκοσμίως (48%), μετά την οικονομική τους ασφάλεια (51%) και τα δικαιώματά τους (50%).
Η πτώση των επιπέδων ψυχικής υγείας μπορεί να εξηγηθεί από μια σειρά από πιθανούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών είναι η αδυναμία αποσύνδεσης από την εργασία. Τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν μια σχέση μεταξύ των ωρών εργασίας και της ψυχικής υγείας: Ενώ οι μισές από τις γυναίκες που συνήθως εργάζονται τις προβλεπόμενες από τη σύμβασή τους ώρες, περιγράφουν την ψυχική τους υγεία ως καλή, το ποσοστό αυτό μειώνεται στο 23% για όσες εργάζονται τακτικά περισσότερες ώρες. Μόνο το 37% των γυναικών δηλώνει ότι αισθάνεται σε θέση να αποσυνδεθεί από την εργασία του.
Παρά τα ανησυχητικά αυτά ευρήματα, περισσότερες από τις μισές γυναίκες λένε ότι δεν τους προσφέρεται επαρκής υποστήριξη για την ψυχική υγεία από τους εργοδότες, ενώ τα δύο τρίτα των γυναικών δεν αισθάνονται άνετα να μιλήσουν για την ψυχική τους υγεία στο χώρο εργασίας.
Οι γυναίκες φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για το νοικοκυριό, γεγονός που επηρεάζει την καριέρα τους
Οι γυναίκες αισθάνονται το βάρος της άνισης κατανομής της ευθύνης για τη φροντίδα τρίτων και για το νοικοκυριό.
Ειδικότερα, το 50% των γυναικών που ζει με σύντροφο και έχει παιδιά δηλώνει ότι αναλαμβάνει τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη φροντίδα των παιδιών – το αντίστοιχο ποσοστό το 2023 ήταν 46%, ενώ μόνο το 12% δηλώνει ότι αυτή η ευθύνη πέφτει στο σύντροφό τους.
Επιπλέον, το 57% των γυναικών που ζει με σύντροφο και ασχολείται με τη φροντίδα άλλου ενήλικα δηλώνει ότι αναλαμβάνει τη μεγαλύτερη ευθύνη προς αυτό -το αντίστοιχο ποσοστό το 2023 ήταν 44%, ενώ μόνο το 5% δηλώνει ότι η ευθύνη αυτή πέφτει στον σύντροφό τους.
Την ίδια στιγμή, περισσότερες από δύο στις πέντε γυναίκες φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για την καθαριότητα και τις άλλες οικιακές εργασίες, αντίστοιχα με το 2023.
Το αποτέλεσμα αυτής της δυσανάλογης κατανομής των ευθυνών είναι να καθίσταται πιο δύσκολη η επαγγελματική ζωή των γυναικών, καθώς μόνο το 27% αυτών που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη στο σπίτι δηλώνουν ότι μπορούν να αποσυνδεθούν από την προσωπική τους ζωή και να επικεντρωθούν στην καριέρα τους.
Οι γυναίκες αισθάνονται ανασφαλείς στον εργασιακό χώρο
Σχεδόν οι μισές γυναίκες δηλώνουν ότι ανησυχούν για την ασφάλειά τους όταν βρίσκονται στην εργασία τους ή όταν ταξιδεύουν προς ή για αυτή.
Οι ανησυχίες αυτές βασίζονται σε εμπειρίες τους: μία στις 10 από αυτές τις γυναίκες έχει δεχθεί παρενόχληση κατά τη διάρκεια της μετακίνησης προς τη δουλειά ή ενός επαγγελματικού ταξιδιού, το 16% αφορά σε πελάτες ή πελάτισσες που τις έχουν παρενοχλήσει ή έχουν συμπεριφερθεί με τρόπο που τις έχει κάνει να αισθανθούν άβολα.
Σχεδόν μία στις 10 έχει υποστεί παρενόχληση από συνάδελφο.
Συνολικά, το 31% των ερωτηθέντων έχει βιώσει μικροεπιθέσεις, το 4% έχει βιώσει σεξουαλική παρενόχληση και το 8% έχει βιώσει άλλους τύπους παρενόχλησης στην εργασία του κατά τους τελευταίους 12 μήνες.
Επιπλέον, το ένα τέταρτο των γυναικών δηλώνει ότι άτομα σε ανώτερες θέσεις στους οργανισμούς τους έχουν προβεί σε ανάρμοστες ενέργειες ή σχόλια προς το πρόσωπό τους.
Οι γυναίκες που αυτοπροσδιορίζονται ως μέλη μιας υπο-εκπροσωπούμενης ομάδας είναι πιο πιθανό να ανησυχούν για την προσωπική τους ασφάλεια στην εργασία τους ή όταν μετακινούνται προς ή για αυτή.
Η ανησυχία αυτή είναι εντονότερη για τις γυναίκες με ορατή αναπηρία (66%) και τις διαφυλικές γυναίκες (64%). Οι υπο-εκπροσωπούμενες ομάδες είναι επίσης πιο πιθανό να βιώσουν συμπεριφορές που δεν περιλαμβάνουν αποκλεισμούς. Για παράδειγμα, το 40% των γυναικών που ανήκει σε εθνοτική μειονότητα στη χώρα καταγωγής τους και το 45% των γυναικών με αναπηρία έχουν βιώσει μικροεπιθέσεις στην εργασία τους, σε σύγκριση με το 30% των γυναικών που δεν ανήκει σε αυτές τις ομάδες.
Περισσότερες από τις μισές LGBT+ γυναίκες έχουν βιώσει μικροεπιθέσεις, σε σύγκριση με λιγότερες από τρεις στις 10 γυναίκες που δεν είναι LGBT+.
Οι γυναίκες εργάζονται παρά τον σωματικό πόνο
Πάνω από το ένα τέταρτο των γυναικών αντιμετωπίζει δυσκολίες που αφορούν την υγεία τους και που σχετίζονται σχετικές με την έμμηνο ρύση, την εμμηνόπαυση ή τη γονιμότητα. Και σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχει μια κοινή συνισταμένη: πολλές εργάζονται αισθανόμενες πόνο ή δυσφορία.
Για παράδειγμα, περίπου το 40% των γυναικών που αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα πόνου ή δυσφορίας κατά την εμμηνόπαυση εργάζεται παρά τα συμπτώματα, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με το 2023.
Φέτος, περισσότερες γυναίκες δηλώνουν ότι δεν αισθάνονται άνετα να συζητήσουν τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης με τον προϊστάμενό τους (14%) σε σύγκριση με πέρυσι (10%), ίσως επειδή το 16% των γυναικών δηλώνει ότι η αναφορά της εμμηνόπαυσης ως αιτία για τη λήψη άδειας από την εργασία έχει επηρεάσει αρνητικά την καριέρα τους, μια απότομη αύξηση από το 6% του 2023.
Σχεδόν μία στις έξι γυναίκες (15%) που αντιμετωπίζει προκλήσεις που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση, την εμμηνόπαυση ή τη γονιμότητα αισθάνεται ότι το να μιλήσει γι’ αυτές στην εργασία θα επηρέαζε την εξέλιξη της καριέρας τους. Ειδικότερα, μία στις 10 πιστεύει ότι κάτι τέτοιο θα την καθιστούσε ευάλωτη σε απολύσεις.
Η εμπειρία των γυναικών αναφορικά με την υβριδική εργασία
Καθώς οι εταιρείες εξετάζουν τις υβριδικές πολιτικές και τις πολιτικές επιστροφής στο γραφείο, η ευελιξία και η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής αποτελούν το κλειδί για την παραμονή των γυναικών σε μια εργασία.
Φέτος σημειώθηκε αξιοσημείωτη βελτίωση ως προς την εμπειρία των γυναικών αναφορικά με την υβριδική εργασία, μεταξύ άλλων και σε θέματα όπως ο αποκλεισμός, η προβλεψιμότητα και η ευελιξία.
Ωστόσο, περίπου 3 στις 10 γυναίκες εξακολουθούν να βιώνουν αποκλεισμό από συμμετοχή σε συναντήσεις, έλλειψη προβλεψιμότητας του τρόπου εργασίας τους και έλλειψη ευελιξίας.
Πάνω από το 40% των γυναικών που συμμετείχε στην έρευνα αναφέρει ότι ο εργοδότης τους εφάρμοσε πρόσφατα υποχρεωτική επιστροφή στο γραφείο. Από αυτές τις γυναίκες, το ένα τέταρτο υποχρεούται να βρίσκεται στον χώρο εργασίας με πλήρη απασχόληση.
Ορισμένες από αυτές αναφέρουν ότι έχουν κάνει προσαρμογές στην εργασιακή και την προσωπική τους ζωή μετά την εισαγωγή μιας τέτοιας πολιτικής – και ορισμένες αναφέρουν επιπτώσεις στην ψυχική τους υγεία και τα επίπεδα της παραγωγικότητάς τους:
- λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο δηλώνει ότι ζήτησε να μειώσει το ωράριό του
- το 30% ότι αναγκάστηκε να μετακινηθεί
- το 26% ότι η ψυχική του υγεία επηρεάστηκε αρνητικά
- το 20% ότι η παραγωγικότητά του μειώθηκε
Ο αντίκτυπος των δυσκολιών ως προς την ευέλικτη εργασία είναι επίσης εμφανής: η έλλειψη ευέλικτων ωρών εργασίας είναι μεταξύ των κυριότερων λόγων για τους οποίους οι γυναίκες άλλαξαν εργοδότη τον τελευταίο χρόνο (15%), ενώ ο ίδιος αριθμός γυναικών επικαλείται επίσης την κακή ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Παρόλα αυτά, λιγότερες από τις μισές γυναίκες αισθάνονται ότι υποστηρίζονται από τον εργοδότη τους για να εξισορροπήσουν τις εργασιακές τους υποχρεώσεις με τις υποχρεώσεις τους εκτός εργασίας.
Σχεδόν όλες οι γυναίκες (95%) πιστεύουν ότι το να ζητήσουν ή να επωφεληθούν από ευέλικτες ευκαιρίες εργασίας θα επηρεάσει αρνητικά τις πιθανότητες προαγωγής τους και το 93% δεν εκτιμά ότι ο φόρτος εργασίας τους θα προσαρμοζόταν εάν μετακινούνταν σε ευέλικτο καθεστώς εργασίας.
Οι ηγέτες στο πεδίο της ισότητας των φύλων διαπρέπουν, όμως χρειάζονται περισσότεροι
Η εταιρική κουλτούρα δείχνει να στέκεται εμπόδιο στην παραμονή των γυναικών σε μια εργασία και την εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους.
Η φετινή έρευνα διαπίστωσε ότι το ένα τέταρτο των γυναικών δεν θέλει να εξελιχθεί σε ανώτερη ηγετική θέση στον οργανισμό τους, κυρίως γιατί νιώθουν να τις αποτρέπει η εταιρική κουλτούρα.
Ωστόσο, σε οργανισμούς που είναι γνωστοί ως «ηγέτες αναφορικά με την ισότητα των φύλων», το 92% των γυναικών θέλει να εξελιχθεί σε ανώτερη ηγετική θέση. Αυτοί οι οργανισμοί επωφελούνται από την οικοδόμηση μιας κουλτούρας χωρίς αποκλεισμούς, όπου η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής εκτιμάται και γίνεται σεβαστή και όπου οι γυναίκες αισθάνονται ότι υποστηρίζονται στην εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους.
Οι γυναίκες σε αυτές τις εταιρείες αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα αφενός αφοσίωσης προς τον εργοδότη τους και αφετέρου παραγωγικότητας, αισθάνονται πιο ασφαλείς, μιλούν πιο άνετα για την ψυχική τους υγεία στην εργασία και νιώθουν ότι μπορούν να εργάζονται ευέλικτα, χωρίς αυτό να βλάπτει την καριέρα τους.
«Είναι κοινός τόπος ότι οι οργανισμοί που στηρίζουν τη διαφορετικότητα αποδίδουν καλύτερα, ωστόσο οι περισσότεροι οργανισμοί στη μελέτη μας δεν σημειώνουν ορατή πρόοδο όσον αφορά τις δεσμεύσεις τους για την ισότητα των φύλων», αναφέρει η Elizabeth Faber, Chief People & Purpose Officer της Deloitte Global.
«Για να δημιουργήσουν κουλτούρα χωρίς αποκλεισμούς που επιτρέπει την επιτυχία των γυναικών στην εργασία, οι οργανισμοί θα πρέπει να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση των εργασιακών παραγόντων που προκαλούν άγχος, να μειώσουν το στίγμα και να δημιουργήσουν ένα πλαίσιο όπου οι γυναίκες θα αισθάνονται άνετα να αποκαλύψουν δυσκολίες σχετικές με την ψυχική και τη σωματική τους υγεία, να υποστηρίξουν τις προσπάθειες εξισορρόπησης των επαγγελματικών υποχρεώσεων με τις υποχρεώσεις εκτός εργασίας και να θεσπίσουν πολιτικές που ενισχύουν την επαγγελματική εξέλιξη των γυναικών».