Στις 10 Απριλίου τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκριναν τη θέση τους σχετικά με τη φαρμακευτική νομοθεσία της ΕΕ.
Παρά τις βελτιώσεις, η φαρμακευτική νομοθεσία έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να αποκαταστήσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ευρώπης, τονίζει η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και Συνδέσμων (EFPIA).
Σχολιάζοντας την ψηφοφορία, στο ευρωκοινοβούλιο στις 10 Απριλίου, όπου η νομοθετική δέσμη που αφορά τα φάρμακα περιελάβανε μία νέα οδηγία (η έκθεση επί της οποίας εγκρίθηκε με 495 ψήφους υπέρ, 57 κατά και 45 αποχές) και έναν κανονισμό (για τον οποίο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την διαπραγματευτική του θέση με 488 ψήφους υπέρ, 67 κατά και 34 αποχές), η Nathalie Moll, Γενική Διευθύντρια της EFPIA, δήλωσε:
«Αυτή είναι μια σημαντική στιγμή για τη φαρμακευτική βιομηχανία που βασίζεται στην έρευνα. Η ψηφοφορία καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη βλέπει το μέλλον της έρευνας και καινοτομίας στον τομέα της υγείας και των βιοεπιστημών, καθώς και της περίθαλψης των ασθενών στην περιοχή.
Η διασφάλιση ταχύτερης και δικαιότερης πρόσβασης των ασθενών σε νέα φάρμακα -και ο τρόπος με τον οποίο η Ευρώπη μπορεί να γεφυρώσει το επενδυτικό χάσμα με άλλα μέρη του κόσμου- αποτέλεσε αντικείμενο σημαντικής συζήτησης τους τελευταίους μήνες.
Πιστεύουμε ότι το Κοινοβούλιο ψήφισε ορισμένες τροπολογίες που ενίσχυσαν τις αρχικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη ενός ανθεκτικού στις μελλοντικές εξελίξεις ρυθμιστικού πλαισίου. Μια κίνηση που χαιρετίστηκε από τη βιομηχανία.
Οι ευρωβουλευτές έκαναν επίσης το ρεαλιστικό βήμα κοινής λογικής για να αποφύγουν να εξαρτήσουν δύο χρόνια ρυθμιστικής προστασίας δεδομένων (RDP) μιας εταιρείας από τη διαθεσιμότητα ενός νέου φαρμάκου και στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ εντός 2 ετών από τη λήψη άδειας κυκλοφορίας.
Έχουν αναγνωρίσει ότι η πλειονότητα των παραγόντων που καθορίζουν εάν ένα φάρμακο διατίθεται ή όχι, είναι εκτός του ελέγχου μιας μεμονωμένης εταιρείας.
Αντί να περιμένουμε τη νομοθεσία που δεν έχει σχεδιαστεί για να αντιμετωπίσει την πρόσβαση στα φάρμακα στα κράτη μέλη, είμαστε πεπεισμένοι ότι, καθισμένοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους ασθενείς, τους πληρωτές, τους παρόχους και τους εθνικούς φορείς χάραξης πολιτικής, μπορούμε να βρούμε εφαρμόσιμες λύσεις για τη βελτίωση της πρόσβασης των ασθενών σήμερα».
Οι ενστάσεις της φαρμακοβιομηχανίας
Η κ. Nathalie Moll, σημειώνει ότι «παρά τις κάποιες βελτιώσεις σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η θέση που εγκρίθηκε στην ολομέλεια μειώνει την κανονιστική προστασία των δεδομένων κατά έξι μήνες.
Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πώς η μείωση των κινήτρων για έρευνα, ανάπτυξη και παρασκευή νέων φαρμάκων και εμβολίων θα μπορούσε ποτέ να είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης ή των ευρωπαίων ασθενών, ιδίως σε μια εποχή που η Ευρώπη αναγνωρίζει ότι πρέπει να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της για να ανταγωνιστεί για παγκόσμιες επενδύσεις φιλόδοξα έθνη όπως οι HΠΑ και η Κίνα.
Η πρόκληση τώρα είναι για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να ευθυγραμμίσουν την επόμενη επανάληψη της φαρμακευτικής νομοθεσίας με τις επαναλαμβανόμενες εκκλήσεις των ευρωπαίων ηγετών για την τόνωση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας και την οικοδόμηση ενός ανθεκτικού βιομηχανικού μέλλοντος.
Ως η βιομηχανία που συμβάλλει περισσότερο στο εμπορικό ισοζύγιο της ΕΕ από οποιονδήποτε άλλο τομέα, πιστεύουμε ότι η υγεία και οι βιοεπιστήμες πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της οικοδόμησης αυτού του μέλλοντος.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της εφαρμογής συνεκτικών και συμπληρωματικών πολιτικών στο πλαίσιο της αναθεώρησης της φαρμακευτικής νομοθεσίας που θα ενισχύσουν, δεν θα αποδυναμώσουν τη φαρμακευτική βιομηχανία που βασίζεται στην έρευνα σε όλα τα κράτη μέλη».