Το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ», η υποτίμηση της οδηγικής ικανότητας των άλλων οδηγών, η παρορμητικότητα, το άγχος, η κόπωση, η βιασύνη ή, απλά η στιγμιαία εκτόνωση, μπορεί να είναι κάποιοι από τους λόγους που γινόμαστε επιθετικοί και βρίζουμε όταν οδηγούμε.
Άτομα με ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας, που νομίζουν ότι είναι πάνω από τους άλλους και κρίνουν την συμπεριφορά των άλλων υποδεέστερη μπορεί να ανήκουν συχνά στην κατηγορία των ανθρώπων που βρίζουν όταν οδηγούν.
Στο αυτοκίνητο είμαστε σε έναν ιδιωτικό χώρο και νιώθουμε ελεύθεροι να εκφραστούμε, να εκτονωθούμε, όπως θέλουμε, χωρίς συνέπειες. Κάποιες φορές βρίζουμε απλά για εκτόνωση και όχι γιατί κάποιος άλλος οδηγός έκανε κάτι τόσο απαράδεκτο.
Σε άλλες περιπτώσεις, βέβαια, οι βρισιές και η επιθετική στάση κατά την οδήγηση δεν είναι πάντα χωρίς συνέπειες.
Πολλοί άνθρωποι όταν βρίζουν άλλους οδηγούς ή και πεζούς μπορεί να βγουν έξω απ’ το αυτοκίνητο, να «πιαστούν στα χέρια» με επικίνδυνη συχνά κατάληξη.
Οι οδηγοί που βρίζουν και συγχρόνως στο αυτοκίνητο υπάρχει συνοδηγός μπορεί επίσης να δημιουργήσουν ένταση, εκνευρισμό και επιθετικό διάλογο μεταξύ οδηγού και συνοδηγού.
Όλα τα παραπάνω, ασφαλώς, ενέχουν και τον κίνδυνο ατυχήματος ή και δυστυχήματος, όταν ο εκνευρισμός κατά την οδήγηση συνοδεύεται και από αύξηση της ταχύτητας.
Παράλληλα , όταν κάποιος βρίζει και χάνει την ψυχραιμία του συχνά μπορεί να εμφανίσει διαταραχές προσοχής και συγκέντρωσης, τρόμο, κλπ. Μελέτες αναφέρουν ότι οι νέοι ενήλικες άνδρες είναι αυτοί που βρίζουν πιο συχνά στην οδήγηση. Επίσης, μποτιλιαρισμένοι δρόμοι ενισχύουν την ένταση.
Γενικότερα, άνθρωποι αγχώδεις διαταραχές, με υψηλά επίπεδα stress στη ζωή τους, άτομα, τα οποία, δεν εκδηλώνουν το άγχος τη στιγμή που προκύπτει η ένταση, μεταθέτουν τον εκνευρισμό και την εκτόνωση του stress κατά την οδήγηση.Η κόπωση επίσης και η έλλειψη υπομονής αποτελούν λόγους για να βρίζουμε στο αυτοκίνητο .
Σε άλλες περιπτώσεις, αυτή η συμπεριφορά μπορεί να συνδέεται και με κατάχρηση ουσιών ή αλκοόλ.
Θα πρέπει βέβαια να πούμε ότι στο πολύ μεγάλο ποσοστό, η συμπεριφορά αυτή δεν έχει περαιτέρω συνέπειες, ωστόσο συνοδηγοί ατόμων που διαπιστώνουν ότι η συμπεριφορά τους μπορεί να έχει επικίνδυνες συνέπειες, θα πρέπει να το επισημάνουν στον οδηγό να απευθυνθεί σε ειδικό.
Όταν δε, αυτή η συμπεριφορά εκδηλώνεται και σε άλλες καταστάσεις της ζωής του ατόμου τότε αυτό είναι απαραίτητο για να μάθει το άτομο να διαχειρίζεται το θυμό του. Υπάρχουν εύκολες και σύντομες ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις για την διαχείριση του θυμού, όπως γνωσιακή ψυχοθεραπεία, τεχνικές χαλάρωσης κλπ.
Οι τεχνικές αυτές βοηθούν τα άτομα να ελέγχουν παρορμητικές αντιδράσεις και να ρυθμίζουν το stress, βελτιώνοντας έτσι και την σωματική και την ψυχική τους υγεία.