Νέα μελέτη δείχνει ότι κοινό υποκατάστατο ζάχαρης μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ινσουλίνης και να ενισχύσει τη φλεγμονή, επηρεάζοντας την καρδιαγγειακή υγεία. Μήπως τα γλυκαντικά κρύβουν περισσότερους κινδύνους απ’ ό,τι νομίζαμε;
Τα γλυκαντικά σύμμαχος στην απώλεια βάρους, σύμφωνα με νέες μελέτες
Γνωστό γλυκαντικό αυξάνει τα επίπεδα ινσουλίνης, ενισχύει τη φλεγμονή και σχηματίζει πλάκα
Από τα αναψυκτικά διαίτης μέχρι το παγωτό χωρίς ζάχαρη, τα υποκατάστατα ζάχαρης έχουν παρουσιαστεί ως μια υγιεινή λύση για την ικανοποίηση της ανάγκης μας να φάμε κάτι γλυκό. Ωστόσο, νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Cell Metabolism υποδεικνύει ότι η ασπαρτάμη, ένα από τα πιο διαδεδομένα υποκατάστατα ζάχαρης, ενδέχεται να επηρεάζει αρνητικά την καρδιαγγειακή υγεία.
Υποκατάστατα ζάχαρης
Οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, γνωστές και ως υποκατάστατα ζάχαρης, είναι ενώσεις που χρησιμοποιούνται για να δώσουν γλυκιά γεύση σε τρόφιμα και ποτά χωρίς τις επιπλέον θερμίδες της ζάχαρης. Μπορεί να είναι συνθετικές, όπως η ασπαρτάμη και η σουκραλόζη, ή να προέρχονται από φυσικές πηγές, όπως η στέβια και τα εκχυλίσματα φρούτων monk. Είναι αρκετά πιο γλυκές από τη ζάχαρη, επομένως χρησιμοποιούνται σε μικρότερες ποσότητες για την επίτευξη της επιθυμητής γλυκύτητας.
Οι πιο κοινές τεχνητές γλυκαντικές ουσίες είναι:
- Ασπαρτάμη: Περίπου 200 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.
- Σουκραλόζη: Περίπου 600 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.
- Σακχαρίνη: Περίπου 300-400 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.
- Ακεσουλφάμη καλίου (Ace-K): Περίπου 200 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.
- Στέβια: Μια φυσική γλυκαντική ουσία που προέρχεται από τα φύλλα του Stevia rebaudiana, 200-300 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη.
Οι ουσίες αυτές χρησιμοποιούνται ευρέως σε προϊόντα με την ένδειξη «χωρίς ζάχαρη» ή «διαίτης», όπως αναψυκτικά, καραμέλες, αρτοσκευάσματα, ακόμα και οδοντόκρεμα. Διατίθενται επίσης σε υγρή και κρυσταλλική μορφή για προσωπική χρήση.
Οι αρμόδιες υγειονομικές αρχές, όπως ο FDA στις ΗΠΑ, ρυθμίζουν τις τεχνητές γλυκαντικές ουσίες και τις θεωρούν ασφαλείς για τον γενικό πληθυσμό, όταν καταναλώνονται εντός των καθορισμένων ανώτατων ημερήσιων ορίων πρόσληψης. Ωστόσο, άτομα με συγκεκριμένες παθήσεις, όπως η φαινυλκετονουρία (μια σπάνια γενετική διαταραχή), θα πρέπει να αποφεύγουν ορισμένες γλυκαντικές ουσίες, όπως η ασπαρτάμη, λόγω πιθανών ανεπιθύμητων ενεργειών.
Παρόλο που τα υποκατάστατα ζάχαρης μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της πρόσληψης θερμίδων και στη διαχείριση του σακχάρου στο αίμα, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στην υγεία εξακολουθούν να μελετώνται. Ορισμένες έρευνες τα συσχετίζουν με προβλήματα υγείας, αλλά η συσχέτιση δεν είναι καθοριστική.
Η ασπαρτάμη αυξάνει τα επίπεδα ινσουλίνης
Η ερευνητική ομάδα, που αποτελείται από ειδικούς και κλινικούς στην καρδιαγγειακή υγεία, διαπίστωσε ότι η ασπαρτάμη πυροδοτεί αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης σε ζώα, γεγονός που, με τη σειρά του, συμβάλλει στην αθηροσκλήρωση – δηλαδή τη συσσώρευση πλάκας στις αρτηρίες.
Καρδιά: 7 συμπτώματα που δείχνουν ότι είναι αδύναμη και προειδοποιούν για καρδιακά προβλήματα
Η αθηροσκλήρωση μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα φλεγμονής και αυξημένο κίνδυνο καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων με την πάροδο του χρόνου.
Η έρευνα ξεκίνησε από μια απλή παρατήρηση κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης. «Ένας από τους φοιτητές μου έπινε ένα αναψυκτικό διαίτης και τον ρώτησα γιατί δεν το εξετάζει ερευνητικά», θυμάται ο Σουηδός επικεφαλής συγγραφέας Yihai Cao, ο οποίος μελετά χρόνιες ασθένειες που σχετίζονται με διαταραχές των αιμοφόρων αγγείων στο Ινστιτούτο Karolinska της Σουηδίας.
Προηγούμενες έρευνες έχουν συνδέσει την κατανάλωση υποκατάστατων ζάχαρης με αυξημένες χρόνιες παθήσεις, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις και ο διαβήτης. Ωστόσο, οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στη συσχέτιση παρέμεναν ανεξερεύνητοι.
Ασπαρτάμη: Τι είναι και πώς επιδρά στον οργανισμό μας
Η ασπαρτάμη, ένα κοινό τεχνητό γλυκαντικό, έχει αποτελέσει αντικείμενο εκτενών μελετών για την αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων στην υγεία. Παρά το γεγονός ότι ρυθμιστικοί φορείς όπως ο FDA και ο EFSA έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ασπαρτάμη είναι ασφαλής για γενική κατανάλωση εντός των καθορισμένων ημερήσιων ορίων πρόσληψης, οι επιστήμονες εξακολουθούν να διερευνούν τις πιθανές επιπτώσεις για την υγεία που σχετίζονται με την παρατεταμένη χρήση της.
- Κίνδυνος καρκίνου: Τον Ιούλιο του 2023, το IARC, τμήμα του ΠΟΥ, κατέταξε την ασπαρτάμη ως «πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο» (Ομάδα 2B). Η κατάταξη αυτή βασίστηκε σε περιορισμένα δεδομένα που υποδηλώνουν μια πιθανή σχέση με τον καρκίνο του ήπατος στον άνθρωπο. Ωστόσο, η Κοινή Επιτροπή FAO/WHO για τα Πρόσθετα Τροφίμων (JECFA) επιβεβαίωσε την αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη των 40 mg/kg σωματικού βάρους, υποδεικνύοντας ότι η περιστασιακή κατανάλωση εντός αυτού του ορίου θεωρείται ασφαλής. Ακόμα, Ο FDA δήλωσε ότι διαφωνεί με το συμπέρασμα του IARC, επικαλούμενος σημαντικές ελλείψεις στις μελέτες που αξιολογήθηκαν.
- Καρδιαγγειακή υγεία: Πρόσφατες μελέτες σε ζώα έχουν εγείρει ανησυχίες σχετικά με την επίδραση της ασπαρτάμης στην καρδιαγγειακή υγεία. Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2025 διαπίστωσε ότι ποντίκια που κατανάλωναν ασπαρτάμη παρουσίασαν αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης και μεγαλύτερες, πλούσιες σε λίπος πλάκες στις αρτηρίες τους – παράγοντες που θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο καρδιακών προσβολών και εγκεφαλικών επεισοδίων. Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν έναν πιθανό μηχανισμό που περιλαμβάνει το μόριο ανοσολογικής σηματοδότησης CX3CL1. Παρόλο που αυτά τα αποτελέσματα είναι σημαντικά, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να διαπιστωθεί αν ανάλογες επιδράσεις εμφανίζονται και στον άνθρωπο.
- Μεταβολικές επιδράσεις: Η μακροχρόνια κατανάλωση ασπαρτάμης έχει συσχετιστεί με αλλαγές στον μεταβολισμό. Μελέτη με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα παρατήρησε ότι η τακτική πρόσληψη ασπαρτάμης και άλλων τεχνητών γλυκαντικών ουσιών συσχετίστηκε με αυξημένη συσσώρευση λίπους στην κοιλιακή χώρα και εντός των μυών, αυξάνοντας ενδεχομένως τον κίνδυνο παχυσαρκίας και σχετικών μεταβολικών διαταραχών.
- Νευρολογικές ανησυχίες: Ορισμένες μελέτες έχουν διερευνήσει πιθανές νευρολογικές επιδράσεις της ασπαρτάμης. Μια αφηγηματική ανασκόπηση ανέφερε ότι η παρατεταμένη κατανάλωση ασπαρτάμης μπορεί να οδηγήσει σε εκφυλιστικές αλλαγές σε νευρικούς ιστούς, όπως απομυελίνωση και δομικές αλλοιώσεις στις νευρικές ίνες. Ωστόσο, αυτά τα ευρήματα προέρχονται κυρίως από μελέτες σε ζώα και η εφαρμογή τους στην ανθρώπινη υγεία παραμένει αβέβαιη.
- Ρυθμιστική προοπτική: Παρά τις παραπάνω μελέτες, οι κύριοι οργανισμοί υγείας εξακολουθούν να υποστηρίζουν την ασφάλεια της ασπαρτάμης όταν καταναλώνεται εντός των συνιστώμενων ορίων. Η ολοκληρωμένη ανασκόπηση της EFSA το 2013 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ασπαρτάμη και τα προϊόντα αποσύνθεσής της είναι ασφαλή για ανθρώπινη κατανάλωση στα τρέχοντα επίπεδα έκθεσης.
Οι επιδράσεις της ασπαρτάμης στην καρδιαγγειακή υγεία, σύμφωνα με τη νέα μελέτη
Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης, οι ερευνητές χορήγησαν σε ποντίκια ημερήσιες δόσεις τροφής που περιείχε 0,15% ασπαρτάμη για 12 εβδομάδες – ποσότητα που αντιστοιχεί στην κατανάλωση περίπου τριών κουτιών σόδας διαίτης την ημέρα για τον άνθρωπο.
Σε σύγκριση με τα ποντίκια που δεν ακολουθούσαν δίαιτα με γλυκαντικό, τα ποντίκια που τρέφονταν με ασπαρτάμη ανέπτυξαν περισσότερη και πιο λιπαρή πλάκα στις αρτηρίες τους και παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα φλεγμονής – και τα δύο αποτελούν ενδείξεις διακυβευμένης καρδιαγγειακής υγείας.
Οι αιματολογικές εξετάσεις των ποντικιών αποκάλυψαν μια αύξηση στα επίπεδα ινσουλίνης μετά τη χορήγηση της ασπαρτάμης. Οι ερευνητές σημείωσαν ότι αυτό δεν ήταν απρόσμενο, δεδομένου ότι το στόμα, το έντερο και άλλοι ιστοί είναι επενδεδυμένοι με υποδοχείς ανίχνευσης γλυκύτητας που βοηθούν στη ρύθμιση της απελευθέρωσης ινσουλίνης.
Ωστόσο, η ασπαρτάμη, η οποία είναι 200 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη, φάνηκε να παραπλανεί τους υποδοχείς, οδηγώντας τους να απελευθερώσουν περισσότερη ινσουλίνη. Στη συνέχεια, οι ερευνητές κατέδειξαν ότι τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης στα ποντίκια τροφοδότησαν την ανάπτυξη πλάκας στις αρτηρίες τους, υποδηλώνοντας ότι η ινσουλίνη μπορεί να αποτελεί τον βασικό συνδετικό κρίκο μεταξύ της ασπαρτάμης και της καρδιαγγειακής υγείας.
Τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης οδηγούν σε συσσώρευση πλάκας
Στη συνέχεια, οι ειδικοί διερεύνησαν τον μηχανισμό με τον οποίο τα αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης οδηγούν στη συσσώρευση αρτηριακής πλάκας και εντόπισαν ένα ανοσολογικό σήμα, το CX3CL1, που είναι ιδιαίτερα ενεργό υπό διέγερση από την ινσουλίνη.
«Επειδή η ροή του αίματος μέσα στην αρτηρία είναι ισχυρή και συνεχής, οι περισσότερες χημικές ουσίες θα απομακρυνθούν γρήγορα με την κυκλοφορία του αίματος», εξηγεί ο Cao σύμφωνα με το Medical Xpress.
«Παραδόξως, με το CX3CL1 δεν συμβαίνει αυτό. Παραμένει προσκολλημένο στην εσωτερική επιφάνεια των αιμοφόρων αγγείων, όπου λειτουργεί ως δόλωμα, παγιδεύοντας τα ανοσοκύτταρα που περνούν». Πολλά από αυτά τα παγιδευμένα ανοσοκύτταρα είναι γνωστό ότι ενισχύουν τη φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων.
Ωστόσο, όταν οι ερευνητές αφαίρεσαν τους υποδοχείς CX3CL1 από ένα συγκεκριμένο τύπο ανοσοκυττάρου σε ποντίκια που τρέφονταν με ασπαρτάμη, η επιβλαβής συσσώρευση πλάκας δεν εμφανίστηκε. Αυτά τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν τον ρόλο του CX3CL1 στις επιδράσεις της ασπαρτάμης στις αρτηρίες, σύμφωνα με τον Cao.
Σε μελλοντικές έρευνες, ο Cao και η ομάδα του σχεδιάζουν να επιβεβαιώσουν τα ευρήματά τους σε ανθρώπους. Ο Cao θεωρεί επίσης το CX3CL1 ως έναν πιθανό θεραπευτικό στόχο για χρόνιες παθήσεις πέρα από τις καρδιαγγειακές, δεδομένου ότι η φλεγμονή των αιμοφόρων αγγείων εμπλέκεται σε εγκεφαλικό επεισόδιο, αρθρίτιδα και διαβήτη.
«Τα τεχνητά γλυκαντικά έχουν διεισδύσει σε σχεδόν όλα τα είδη τροφίμων, επομένως είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στην υγεία», τονίζει ο Cao.
Πηγές: Medical Xpress, Cell Metabolism, Mayo Clinic, WHO, University of Minnesota Medical School, NIH